Αυτή την εβδομάδα το thelook.gr προσεγγίζει μια μεγάλη και επαναστατική μορφή, τη θεά Εκάτη της λογοτεχνίας μας, την Λιλή Ζωγράφου

«Δεν πουλώ ύφος, στυλ, λογοτεχνία. Δεν γράφω διηγήματα. Καταθέτω γεγονότα και συμπτώματα της εποχής που ζω”. Ξεκάθαρη δήλωση από μια αντισυμβατική συγγραφέα!

Η Λιλή Ζωγράφου γεννήθηκε στο Ηράκλειο  Κρήτης στις 17 Ιουνίου του 1922, όπου και πέρασε τα παιδικά της χρόνια. Με καταγωγή από την Νεάπολη Λασιθίου και με πατέρα εκδότη (εξέδιδε την φιλελεύθερη εφημερίδα «Ανόρθωση») αναπτύχθηκε νωρίς ένα έντονο  πάθος για τη δημοσιογραφία. Αρχικά φοίτησε στο «Λύκειο Κοραής» και στο «Καθολικό Γυμνάσιο Ουρσουλινών» της Νάξου. Εν συνεχεία σπούδασε στην Αθήνα και στο εξωτερικό φιλολογία.

Κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής, συγκεκριμένα το 1943, γνωρίζει την πρώτη της δίωξη, όταν όντας έγκυος, φυλακίζεται για αντιστασιακή δράση. Μετά την απελευθέρωση ξεκινά να εργάζεται ως δημοσιογράφος σε εφημεριδες και λογοτεχνικά περιοδικά.

Στην λογοτεχνία μπαίνει επίσημα το 1949 με μια συλλογή από νουβέλες και με τίτλο «Αγάπη».Την διετία 1953-1954 ζει στο Παρίσι . Το 1959 γίνεται γνωστή με την έκδοση του βιβλίου της “Νίκος Καζαντζάκης, ένας τραγικός”, μια απομυθοποιητική και ψυχαναλυτική προσέγγιση της προσωπικότητας του κρητικού συγγραφέα. Συζητήσεις προκάλεσε και το δοκίμιό της “Αντίγνωση: Τα δεκανίκια του καπιταλισμού” στο οποίο υποστήριξε τη θεωρία της περί του χριστιανισμού ως θεμελιακού όρου για την επικράτηση του καπιταλισμού ανά τον κόσμο.

Η Λιλή Ζωγράφου είναι συνειδητοποιημένη αντισυμβατική συγγραφέας που αντιμετωπίζει την ελευθερία σαν το πιο υψηλό αγαθό.

«Χρόνια τώρα σπαταλιέμαι παρακολουθώντας όλα κι όλους. Η ζωή περνά από μέσα μου, με διαποτίζει με την ασκήμια της, με γεμίζει λύσσα με την αδικία της την οργανωμένη, με ταπεινώνει με την ανημποριά μου ν΄ αντιδράσω, να επαναστατήσω αποτελεσματικά…», είναι τα χρόνια της δικτατορίας, της Χούντας όπως συνήθιζε να την ονομάζει, μάλιστα στα υστερότερα της κείμενα αναφέρεται σε γεγονότα π.Χ [προ Χούντας] και μ.Χ[μετά Χούντα]. Από 1967 πάντως αρθογραφεί στο περιοδικό ΓΥΝΑΙΚΑ και απευθύνεται κυρίως σε καλλιεργημένες γυναίκες μέσης τάξης και δίνει έναν νέο «αέρα» στο χώρο του Τύπου.

Το 1971 κυκλοφορεί το βιβλίο «Ο ηλιοπότης Ελύτης», μια ερμηνεία και θεώρηση της πάνω στην ποίηση του Οδυσσέα Ελύτη. Προηγουμένως το έχει στείλει στον Ελύτη και ο ίδιος όχι μόνο δεν το εγκρίνει αλλά ζητά και τη μη δημοσίευση του, πραγμά που δεν έγινε ασφαλώς. Η Ζωγράφου το φέρει βαρέως και σε δημόσιες διαλέξεις της εποχής αναφέρεται στην αποδοκιμασία του ποιητή.

Δημοσίευσε 24 βιβλία με πιο γνωστό και χαρακτηριστικό της γραφής της καθότι αυτοβιογραφικό την «Συραβίτισσα»[1987], βιβλίο με έντονες επιρροές της νιτσεϊκής φιλοσοφίας…

“Οι στενοί δρόμοι άδειοι από γυναίκες και οι αυλές γεμάτες παρθένες που κεντούσαν την προσδοκία ναρκωμένες από το νοτιά να μοσκοβολά ολοχρονίς νεραντζάνθους και λεμονιάς λουλούδια ολόγυρα στο λιβάδι με τις ασβεστωμένες πεζούλες .Οι θηλυκές περιποιούνται με πάθος όλο το χρόνο τις βιόλες και τα κρίνα στους κήπους ή σε ντενεκέδες που τους εξασφάλιζαν το νόμιμο πρόσχημα να βγουν στους δρόμους τη Μεγάλη Πέμπτη φορτωμένες τ’ άνθη τους για να στολίσουν τους επιτάφιους. Και ξαναγυρίζαν στα κεντήματα και τη βελόνα που τρυπούσε κοντά κοντά το ατλάζι ή το βελούδο σκορπώντας σε κάθε της βουτιά μια ανεπαίσθητη ανατριχίλα στο δέρμα. Οι κεντητές προσδοκίες χώριζαν πάντα μ’ ένα θαλασσί ποτάμι κάποιον ροδομάγουλο νεαρό από μια χλωμή κοπέλα…”

Ένας άλλος λογοτεχνικός σταθμός, αν εξαιρέσουμε την επιτυχία του «Η αγάπη άργησε μια μέρα, το οποίο πριν κάποια χρόνια έγινε και τηλεοπτική σειρά, είναι το βιβλίο «Επάγγελμα Πόρνη»…ένα βιβλίο γροθιά στο στομάχι του φασισμού και γενικά της ανελευθερίας…

«…μέσα από την λύσσα μου και την απόγνωση μου ξεπήδησε φρέσκο, δροσερό, ακαταμάχητο το χιούμορ μου. Πήρα τα συμπληρωμένα έντυπα που μου ‘χε επιστρέψει ο κύριος διευθυντής, για να τα επιστρέψω μαζί με τα πιστοποιητικά της Ένωσης Συντακτών, που ήξερα καλά πως δεν θα πάρω ποτέ. Διέγραψα με μια απλή γραμμή το «Δημοσιογράφος- Συγγραφέας» κι έγραψα από πάνω «Πόρνη- ελευθερίων ηθών». Το ίδιο έκανα και σ’ όλα τα χαρτιά και στην υπεύθυνη δήλωση…Τι ευφορία ήταν εκείνη που πλημμύριζε τα σπλάχνα μου. Στις φλέβες δεν κυλούσε πια αίμα παρά γάργαρο γέλιο. Τι απερίγραπτο αίσθημα υπεροχής, απέναντι σ’ αυτούς τους πληρωμένους χαφιέδες που τρέμανε από φόβο, να δηλώνεις το χείριστο…»

 

Η εργογραφία της Λιλής Ζωγράφου είναι ποικίλη:

Αγάπη (1949), Νίκος Καζαντζάκης – Ένας τραγικός (1959), Βιογραφία – Άπαντα Μ.Πολυδούρη (1961), Και το χρυσάφι των κορμιών τους (1961),            Οι καταραμένες (1962), Οι Εβραίοι κάποτε (Μίκαελ) (1966), Ο ηλιοπότης Ελύτης (1971), Παιδεία ώρα μηδέν, ή της εκμηδένησης (1972), Τι απόγινε κείνος που ήρθε να βάλει φωτιά (Θέατρο, 1972), Αντιγνώση, τα Δεκανίκια του Καπιταλισμού (1974), 17 Νοέμβρη 1973 – Η νύχτα της μεγάλης σφαγής (1974), Κ. Καρυωτάκης – Μ. Πολυδούρη, Η αρχή της αμφισβήτησης (1977), Επάγγελμα: Πόρνη (1978), Η γυναίκα που χάθηκε καβάλα στο άλογο (1981), Μου σερβίρετε ένα βασιλόπουλο παρακαλώ; (1983), Η γυναίκα σου η αλήτισσα (1984), Η Συβαρίτισσα (1987), Νύχτωσε αγάπη μου, είναι χτες (1990), Που έδυ μου το κάλλος (1992), Παραλήρημα σε ντο μείζονα (1992), Σύγχρονός μας ο Κάφκα (1993), Η αγάπη άργησε μια μέρα (1994), Από τη μήδεια στη Σταχτοπούτα – η ιστορία του φαλλού (1998), Παλαιοπώλης Αναμνήσεων (1998)

Κάπνιζε σαν φουγάρο, ταξίδεψε πολύ, αγαπούσε τις γάτες και τα σκυλιά, αγάπησε και αγαπήθηκε, φυλακίστηκε, νοσηλεύτηκε σε ψυχιατρική κλινική, παντρεύτηκε τρεις φορές και αποπειράθηκε να αυτοκτονήσει άλλες τρεις.

Με γκρίζα άβαφα μαλλιά και με  πρόσωπο αφημένο στη φυσική φθορά. Αλλά  πρόσωπο αμείλικτα πεισματικό και βλέμμα διερευνητικό. Με λίγο κραγιόν στα χείλη και μια αστική γυναικεία, φθαρμένη βέβαια από τα χρόνια, κομψότητα. Μια γυναίκα που ζύγιζε καλά τον συνομιλητή της από τις πρώτες κουβέντες. Μια γυναίκα που δεν έχασε την αγωνιστικότητα της ποτέ!

Επίλογος με κάποιες ξεχωριστές σκέψεις της…

«Δεν τους βρίζω τους άνδρες, τους θεωρώ υπεύθυνους, για την απόγνωση της ανθρωπότητας»

«Τις γυναίκες δεν τις θωρώ Αγίες, τις θεωρώ ηλίθιες. Με συγχωρείς τις θεωρώ σχεδόν ηλίθιες. Υποκρίτριες, ανασφαλείς, ανειλικρινείς.»

«Από την μαντάμ Κιουρί ως τη Μελίνα. Μιλάω για δυο διαφορετικές γυναίκες: η Μελίνα ήταν ο αφρός, η μαγεία, που κάθε γυναίκα θα ήθελε να ταυτιστεί μαζί της. Η Κιουρί ήταν ένας μεστός άνθρωπος από διανόηση. Δύσκολο να βρεις τα στοιχεία της μιας και της άλλης στην ίδια γυναίκα»

3