Από τον Heretic κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ
Η ταινία αυτή οπωσδήποτε θα συζητηθεί σε κύκλους κινηματογραφόφιλων. Ο Γιαν Κομάσα κατορθώνει να γίνει επίκαιρος και διαχρονικός, ταυτοχρόνως.
Τούτο το σύμπαν είναι άκρως πειστικό, συναισθηματικά έντονο και κοινωνιολογικά τρομακτικό, διατηρώντας μια σπάνια κινηματογραφική δυναμική. Η δε αντιστεκόμενη οικογένεια βρίσκει κουράγιο, διότι στον πυρήνα της δεν υπήρχε καμία πατριαρχική αντίληψη.
Μόνο μια ξεκάθαρη φωνή. Μια εκλογικευμένη οικογενειακή φωνή, που δεν πτοείται από την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου, αλλά η οποία παράλληλα αμύνεται ενάντια στην πραγματικότητα ενός αμερικανικού εφιάλτη.
Ανάλυση
Απαραίτητη Εισαγωγή…
Ο ταλαντούχος Πολωνός σκηνοθέτης Γιαν Κομάσα δικαίως απασχόλησε την παγκόσμια Κινηματογραφική Κοινότητα προ ολίγων ετών, με την παλιότερη ταινία του, “Corpus Christi” (2019). Ένα έργο που καταπιανόταν διαδραστικά με την επιπολαιότητα της βίαιης νεολαίας, τον εξουσιαστικό μανδύα της θρησκείας, το θνησιγενές σωφρονιστικό σύστημα ανηλίκων, την απρόβλεπτη γέφυρα ανθρώπινης επικοινωνίας, καθώς και με τις λανθασμένες επιλογές των ενηλίκων κατοίκων της πολωνικής σύγχρονης κοινωνίας. Αν θέλετε, μπορείτε να θυμηθείτε αναλυτικά εκείνη την ταινία, διαβάζοντας την ανάλογη παλιά κριτική μου (εδώ: https://eretikos.gr/ellada/eretiki-kritiki-tis-tainias-corpus-christi/280804/).
Αντιθέτως, στην τωρινή ταινία “Η Επέτειος” (“Anniversary”, 2025), το κινηματογραφικό σκεπτικό του Γιαν Κομάσα, ουσιαστικά, αλλάζει άρδην. Εκ των πραγμάτων, αλλάζουν οι ψυχοκοινωνικές συνθήκες και τα διογκωμένα κοινωνικά μεγέθη, καθότι η ιστορία του σεναρίου της Λόρι Ρόζεν-Γκαμπίνο κατευθύνει τα πάντα, μεταφέροντάς μας σε άλλη χώρα και ήπειρο. Στις μαγνητικές, για τους σωστούς και τους λάθος λόγους, ΗΠΑ. Εκεί η πολυμελής, προοδευτική αμερικανική οικογένεια Τέϊλορ αποτελείται συνολικά από έξι μέλη, με τις ιδιαιτερότητες της κάθε αντίστοιχης ιδιοσυγκρασίας. Για την ώρα, η αρμονία είναι ορατή και αποτελεί μέρος της οικογενειακής αυτής συνύπαρξης.
Η μητέρα, Έλεν Τέϊλορ, έχει αφιερωθεί στον ακαδημαϊκό κόσμο, ως διακεκριμένη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Τζόρτζταουν. Ο σύζυγος και πατέρας των παιδιών της, Πολ Τέϊλορ, διαθέτει εστιατόριο ως έμπειρος σεφ. Η Άννα Τέϊλορ είναι η διάσημη της οικογένειας, πασίγνωστη για την πορεία της ως ριζοσπαστική στάνταπ κωμικός. Η Μπέρντι Τέϊλορ λατρεύει την εξειδικευμένη βιολογία και ονειρεύεται να γίνει αφοσιωμένη επιστήμονας. Η δικηγόρος Σίνθια Τέϊλορ είναι μπερδεμένη με τη ζωή της, αλλά αγαπά τα υπόλοιπα οικογενειακά μέλη και συνυπάρχει μαζί τους, όταν τα επισκέπτεται με τον σύζυγό της, Ρομπ. Και τέλος, ο Τζος Τέϊλορ εκφράζει τον πιο αδύναμο κρίκο. Καθότι δεν έχει καταφέρει να γίνει συγγραφέας, ούτε και να ακολουθήσει επιτυχώς -μέχρι στιγμής- κάποιο άλλο μονοπάτι επαγγελματικής σταδιοδρομίας.
Η οικογένειά του βεβαίως τον υποστηρίζει. Όμως στην 25η επέτειο γάμου των γονιών του, ο Τζος θα εμφανιστεί με τη νέα του κοπέλα, Ελίζαμπεθ ή αλλιώς Λιζ. Περιέργως, η έλευση της Λιζ ενδυναμώνει απρόσμενα την αυτοπεποίθηση του Τζος, κάνοντάς τον να γίνει επιμελητής στο φιλόδοξο βιβλίο της. Ένα αινιγματικό βιβλίο, που υποτίθεται πως θα επιφέρει την κρίσιμη “επαναστατική αλλαγή” στη σύγχρονη αμερικανική κοινωνία. Η Έλεν ως καθηγήτρια, ως Αμερικανίδα πολίτης, ως γονέας πολυμελούς οικογένειας, αλλά φυσικά ως μητέρα και του Τζος, διαβλέπει τη μασκαρεμένη απειλή να οπτικοποιείται στο υποκριτικό χαμόγελο της Λιζ. Αλλά και στις παραπλανητικές σελίδες αυτού του βιβλίου. Η Έλεν θυμάται, ότι συνάντησε κάποτε τη Λιζ ως μια απογοητευτική φοιτήτρια με επικίνδυνες ιδέες ολοκληρωτισμού…
Γενικώς…
Στην τωρινή του ταινία “Η Επέτειος” (“Anniversary”, 2025) ο ελπιδοφόρος Πολωνός σκηνοθέτης Γιάν Κομάσα, ακολουθώντας ταυτοχρόνως σεναριακούς ρυθμούς προσομοιάζουσας πολιτικοϊστορικής, κοινωνικοπολιτικής και φυσικά ελεύθερης μυθοπλαστικής αύρας, πραγματοποιεί μια αναμφισβήτητα αξιοπρόσεκτη, κινηματογραφική περιπλάνηση. Με αποκαλυφθέν φόντο, ένα θεωρητικής φύσεως δυστοπικό όραμα. Όπου εντός τούτου του οράματος ο Κομάσα φιλτράρει τώρα τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες, υπό το πρίσμα ημι-ρεαλιστικού Τρόμου, μεταδίδοντας τες έντονα από το μυαλό του δημιουργού στο μυαλό του θεατή. Όπου κατά τη σημαντική αυτή γέφυρα επικοινωνίας δημιουργού/θεατή, ο Κομάσα όσο περνά η ώρα, ακονίζει ακόμη περισσότερο την αιχμηρή του δυστοπική Προβληματική.
Πρόκειται βεβαίως, για τον βάσιμο φόβο της ανεξέλεγκτα επιπόλαιης αμερικανικής νοοτροπίας, που προκύπτει από την αθεμελίωτη κριτική ικανότητα ορισμένων Αμερικανών πολιτών, κατά τη δεκαετία που διανύουμε στην παραπληροφορημένη εποχή μας. Πράγματι, ο Κομάσα απομακρύνεται φιλμικά από τη συγκεκριμενοποιημένη κινηματογραφική σφαίρα της Πολωνίας, του κοινωνικοθρησκευτικού έργου “Corpus Christi” (2019). Φεύγει πάρα πολύ μακριά από τη διάσταση της πολωνικής κωμόπολης εκείνου του έργου. Και ασχολείται τώρα καλλιτεχνικά, στην πλέον διάσημη ταινία του Μεγάλου Μήκους, “Η Επέτειος” (2025), με τον γυαλιστερό κοινωνικοπολιτικό θόλο των ΗΠΑ. Μέσα στην πρωτεύουσα των ΗΠΑ.
Αλλά το πράττει σκηνοθετικά σε έναν εμφανέστερα πιο οικουμενικό βαθμό και τόνο. Μέσα από το προβληματισμένο βλέμμα ενός παγκόσμιου παρατηρητή/θεατή, ο οποίος στην ενδιαφέρουσα υπόθεση της ταινίας παρακολουθεί κινηματογραφικά με αίσθηση Τρόμου μια αδιανόητη απειλή. Μια απειλή που θα μπορούσε θεωρητικά να πλησιάζει, έχοντας τρομακτικά σοβαρές πιθανότητες ενδυνάμωσης της ύπαρξής της, ακόμα και μπροστά σε ένα πανίσχυρο κράτος. Δηλαδή, ότι το ίσως πιο ισχυρό κράτος στον κόσμο να ερχόταν κάποτε αντιμέτωπο με τη σοβαρή πιθανότητα να απειληθεί βαθμηδόν, από ψευδο-πολιτικές, ψευδο-ακαδημαϊκές και σκοτεινές μαρκετίστικες μεθοδεύσεις, μιας απολυταρχικής τοξικότητας εκ των έσω.
Μιας προδοσίας κατά συνέπεια, από ένα δυσαρεστημένο και ψυχικά κατεστραμμένο τέκνο των ΗΠΑ. Ειδικότερα, από την αδικαιολόγητα αντιδραστική, συναισθηματικά καταπνιγμένη έως νεκρή, καθώς και άκρως μπερδεμένη, πρώην φοιτήτρια Ελίζαμπεθ ή αλλιώς Λιζ. Όπως προείπαμε, η απολυταρχική Λιζ εισέρχεται στο σπίτι των Τέϊλορ, ως η νέα κοπέλα του γιου τους, Τζος. Και τότε, αρχίζουν όλα να ανατρέπονται σε οικογενειακό και εγχώριο επίπεδο. Στην ουσία, πρόκειται για εισβολή σε ιδέες οικογένειας και χώρας, μα προερχόμενη από μια Λευκή Αμερικανίδα πολίτη. Εκεί ξεκινά να αχνοφαίνεται η μη συντηρητική ουσία της ταινίας. Και εν συνεχεία από το ποιόν της εχθρικής Λιζ. Οι δημοκρατικές αρχές που υπερασπιζόταν επί χρόνια η μελετημένη καθηγήτρια Έλεν, ξαφνικά αμφισβητούνται και απειλούνται με κατάρρευση.
Όχι ακριβώς για την ίδια την Έλεν και τα περισσότερα οικογενειακά μέλη της. Μα αντιθέτως, για την πλειονότητα των νοητικά μουδιασμένων πολιτών. Η Λιζ αμφισβητεί και εκμηδενίζει τα πάντα, προκειμένου να ξεγελάσει κάθε Αμερικανό πολίτη και να τον στρέψει ενάντια στις διαπιστευμένες δημοκρατικές αρχές του αμερικανικού Συντάγματος. Όμως αυτό, δεν είναι ακριβώς μόνο μυθοπλαστικό ύφος ταινίας. Μας θυμίζει έστω έμμεσα και άλλες –τρόπον τινά παρόμοιες- καταστάσεις. Παρά τα γυρίσματα του 2023, παρουσιάζοντας την ταινία εν έτει 2025, ο Κομάσα κατορθώνει δηλαδή και τοποθετεί τη σκέψη του παγκόσμιου θεατή συνειρμικά στο πρόσφατο παρελθόν (βλέπε εισβολή στο Καπιτώλιο), στο απειλητικό παρόν (εκλεγμένη τραμπική παράκρουση με απογοητευτικές συνέχειες), αλλά και στο δυστοπικό μέλλον των ΗΠΑ (στο τι δυστοπικό αναμένεται –άραγε- να έρθει).
Σαφώς όμως, πέραν των προβληματισμένων συνειρμών για τη νεότερη απτή ιστορική πραγματικότητα των ΗΠΑ του 21ου αιώνα (η οποία απασχολεί και όλο τον υπόλοιπο κόσμο, κινηματογραφόφιλων και μη), η ταινία “Anniversary” (2025) ξεκάθαρα κατοικεί πολύ πιο συχνά σε ένα μυθοπλαστικής δυναμικής σύμπαν. Και έτσι θα το εκλάβουμε, κατά κύριο λόγο, ως θεατές. Ωστόσο, τούτο το σύμπαν είναι άκρως πειστικό, συναισθηματικά έντονο και κοινωνιολογικά τρομακτικό, διατηρώντας μια σπάνια κινηματογραφική δυναμική στο Σήμερα! Δυναμική, η οποία φέρει και τη σφραγίδα του διευθυντή φωτογραφίας, Πιότρ Σομποσίνσκι Τζούνιορ.
Επιπλέον, μιλάμε για ένα σινεματικό σύμπαν που τρέφεται διαρκώς από την ιστορία του σεναρίου και από την ατμοσφαιρική σκηνοθεσία, παρουσιάζοντας την απειλή μαζικής πλύσης εγκεφάλου, διαμέσου ενός βιβλίου. Όπου τα ηνία της εξουσίας αναλαμβάνει ύπουλα μια νεαρή αδίστακτη συγγραφέας-κυβερνήτρια, προκρίνοντας-κηρύττοντας ένα σύστημα που απορυθμίζει τα πάντα. Και κατόπιν, επιβάλλοντας την καθολική αποδοχή αυτού του συστήματος, με διασπορά γραφειοκρατικής-νομοταξιακής εγκαθίδρυσης στο γόνιμο έδαφος των αμέτρητων τυφλά φανατισμένων ή πνευματικά άκριτων πολιτών (και όχι μιλώντας σε κάποιο ομαδοποιημένο πλήθος, αλαφιασμένων απερίσκεπτων πολιτών που έπιασαν τα όπλα, εισβάλλοντας εχθρικά στο Καπιτώλιο όπως π.χ. συνέβη το 2021).
Το μυθοπλαστικό αυτό βιβλίο “Η Αλλαγή” και η εταιρεία που το σπονσοράρει συνιστούν τη σταδιακή μόλυνση της Λογικής-Ηθικής, στην πλοκή της ταινίας. Σημαντική παράμετρος στην ταινία “Η Επέτειος” είναι, ότι ως θεατές δεν έχουμε ιδέα για το ακριβές περιεχόμενο του πολυσυζητημένου βιβλίου, που έγραψε η διχαστική εισβολέας Ελίζαμπεθ! Εμπιστευόμαστε απλώς την ηθική αντίπαλό της. Τη μητέρα-καθηγήτρια Έλεν, η οποία το διάβασε και διαφώνησε τεκμηριωμένα. Παρομοίως, το διάβασαν οι δύο κόρες της, Μπέρντι και Σίνθια. Και έπειτα, η κόρη Άννα. Οι απόψεις των θυγατέρων Τέϊλορ για την “ιδεολογία” του βιβλίου, συνέπλευσαν με εκείνη της μητέρας τους. Ωστόσο, ο θεατής δικαίως συμπορεύεται περισσότερο με τη συνείδηση της μητέρας Έλεν.
Καθότι εκείνη ήταν η πρώτη που διέβλεπε, τι ενδέχεται να έρθει ως απειλή. Και διότι πολύ απλά αποδεικνύεται εμπράκτως στην πορεία η απολυταρχική μορφή εξουσίας, που ασκεί το ζεύγος Λιζ και Τζος στην ολοένα και πιο ασφυκτική, αντιδημοκρατική καθημερινότητα κάθε πολίτη. Στην ουσία, λίγες οικογένειες αντιστέκονται στη διακυβέρνηση των Λιζ και Τζος. Η οικογένεια Τέϊλορ αποτελεί μια προσωποποίηση των σύγχρονων αντιστασιακών. Για την ακρίβεια, το τελευταίο μοραλιστικό και εκλογικευμένο οχυρό. Ακόμη και μέσα σε τούτη την οικογένεια υπήρξε όμως διαφθορά (έστω και προσωρινή ή αναγκαστική). Οι μόνοι που δεν υπέκυψαν ηθικά ποτέ στην πλύση εγκεφάλου των Λιζ και Τζος είναι το αντιπαρατιθέμενο, αληθινά αγαπημένο ζεύγος, Έλεν και Πολ Τέϊλορ (η ανάγκη και ο φόβος ωστόσο, θα φέρουν ακόμη και εκεί τη ρήξη).
Συμπερασματικά
Η αιφνίδια αντιστροφή της προσωπικότητας του Τζος εντυπωσιάζει. Το ίδιο και εκείνη της ξαφνικά απειλητικής μάζας των πολιτών. Η σπάνια αντίσταση της οικογένειας Τέϊλορ λειτουργεί θετικά, για να καταπιαστεί ο θεατής με τη ρομαντική Ιδέα της μη δημοφιλούς, αντιστεκόμενης κοινωνικής ομάδας. Παράλληλα όμως, αυτή η αντιστεκόμενη ομάδα διαθέτει αξιόπιστα επιχειρήματα! Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εν καιρώ συναισθηματική κατάρρευση κάθε μέλους της οικογένειας Τέϊλορ. Όντως, θα δούμε να αφιερώνεται στην ταινία σημαντικός σκηνοθετικός χωροχρόνος, για να παρατηρήσουμε ξεχωριστά κάθε μέλος των Τέϊλορ να λυγίζει συναισθηματικά, παρά την αρχική του ασφάλεια, αυτοεκτίμηση και αυτογνωσία.
Ωστόσο, η πλειονότητα των μελών της οικογένειας Τέϊλορ θα συνέλθει, έχοντας κοινό όραμα, μακριά από τη δυστοπία (εν καιρώ, όχι μόνο πέντε στα έξι μέλη). Πρωτύτερα βεβαίως, παρατηρείται μια ενδιαφέρουσα αντίθεση κατά την εξέλιξη της πλοκής μέσα στο έργο. Δηλαδή όσον αφορά την απολυταρχική αμερικανική κοινωνία της ταινίας, η οικογένεια Τέϊλορ θεωρείται επικίνδυνη αντιδραστική μειονότητα. Και διώκεται ή ελέγχεται σε εφιαλτικό βαθμό. Όμως όσον αφορά τον πυρήνα της προοδευτικής και ταλαντούχας οικογένειας Τέϊλορ, ο Τζος μέχρι πρότινος θεωρείτο ακίνδυνη αποκλίνουσα μειονότητα εντός της. Ο Τζος υπήρξε ένας άνθρωπος, που δεν είχε καν αποφασίσει τι επάγγελμα θα ακολουθούσε.
Τώρα λοιπόν, ο –από ιδιοσυγκρασιακής άποψης- μεταλλαγμένος Τζος συγκρούεται με τον πατέρα του, αναλαμβάνοντας με σαρδόνιο ύφος έναν ρόλο πατριάρχη, που δεν υπήρχε ποτέ σε αυτό το σπίτι. Ο σκηνοθέτης Κομάσα βάζει τους δύο άντρες να συζητούν στρατηγικά στο σαλόνι περί επιχειρηματικού σκεπτικού και έμμεσου εκβιασμού, ενόσω αφουγκράζονται στη σιωπή τον απειλητικό ήχο της νεκροζώντανης πατριαρχικής αντίληψης, την οποία γέννησε ο Τζος. Ο Τζος άρχει και ταπεινώνει όχι μόνο την οικογένειά του. Μα “συμμορφώνει” και κάθε άλλη αμερικανική οικογένεια στα εκδικητικά προστάγματά του, που στην πραγματικότητα αφορούν εντολές της Λιζ.
Επιπλέον, ο Τζος μετέστρεψε τη δική του ατομική και κοινωνική αποτυχία (δεν κατόρθωσε να γίνει συγγραφέας) σε γαλουχημένο οικογενειακό κόμπλεξ ανωτερότητας από τη μάνα του. Και έτσι, αντέστρεψε οργισμένος την πραγματικότητα, κατευθύνοντας αριθμητικά μια ολόκληρη κοινωνία ενάντια στην οικογένειά του. Αυτό ακριβώς δείχνει και το πώς συνδέθηκαν με τη Λιζ, η οποία είχε επίσης αποτύχει σε άλλο πεδίο. Στο να καταλάβει ακαδημαϊκά την έννοια και τους νόμους της Δημοκρατίας. Και έτσι αμφισβήτησε και την Έλεν και τη Δημοκρατία. Όπως και ο Τζος. Η Έλεν βρέθηκε απέναντι σε Τζος και Λιζ και αυτό τους ένωσε σαν συγκεχυμένη πληροφορία ψυχολογικής ταύτισης. Μα σε κάθε περίπτωση, η πρόθεση της Έλεν ήταν καλή, όσον αφορά τις διαφωνίες με Λιζ και Τζος.
Αντιθέτως, η Λιζ αφορά το αθεράπευτα επικίνδυνο μυαλό, το οποίο ακόμη και μπροστά στον όλεθρο δεν συνέρχεται. Τα συναισθήματά της τραβούν την προσοχή του θεατή, καθότι μοιάζουν πιο πολύ σαν θραύσματα δανεικής ανθρώπινης έκφρασης, παρά με αληθινά στοιχεία ανθρώπινου ψυχισμού. Η Λιζ απορεί με τα ίδια της τα απομεινάρια ανθρώπινων συναισθημάτων. Η Λιζ έγινε μια νέα μητέρα-καθοδηγήτρια για τον Τζος, αλλά και μητέρα των παιδιών του.

Οι ανατροπές του σεναρίου είναι κρίσιμες, έχοντας παράλληλα σωστό συγχρονισμό και ροή. Σκηνοθεσία, σενάριο και μοντάζ έχουν ποιοτική συνεργασία. Το χρονικό διάστημα της δυστοπικής πενταετίας στο οποίο διασπούν την εξέλιξη της ταινίας, ο σκηνοθέτης Γιάν Κομάσα, η σεναριογράφος Λόρι-Ρόζεν Γκαμπίνο και ο μοντέρ Μικάλ Καρνέτσκι, έχει ενδιαφέρον. Δύο χρόνια, συν ένα έτος, συν ένα χρόνο, συν ένα ακόμη έτος. Μια επέτειος ξεκινά την ταινία και μια άλλη την τελειώνει. Τα χρώματα των ενδυμασιών του ζεύγους Τέϊλορ στην πρώτη επέτειο θυμίζουν την αμερικανική σημαία, αλλά και την ελευθερία της διαφορετικότητας. Ενώ το φόρεμα της Λιζ, στο τέλος της δραματικής επετείου, καταδεικνύει τη ζηλόφθονη μονολιθικότητα της δικής της ψυχής.
Η οπτικοποιημένη αναφορά στον πίνακα “Οι Εραστές II” του εικαστικού Ρενέ Μαγκρίτ, ενώνει την ελεύθερη 25η επέτειο των Έλεν και Πολ Τέϊλορ με την εγκλωβισμένη 30ή τους. Σε μια ευρωπαϊκή καλλιτεχνική ματιά του σκηνοθέτη Γιάν Κομάσα, με την έξυπνη σύζευξη Τεχνών, Ζωγραφικής και Κινηματογράφου. Καθώς και με τη γνωστοποίηση του εύρους των γόνιμων ιδεών στο πεδίο της Τέχνης, ως έμπνευση για καλλιτεχνικό ρεύμα από το οποίο μπορούν να επιμορφωθούν οι σημερινοί Σινεφίλ κάθε ηπείρου-χώρας. Μιας και λέμε για ηπείρους και χώρες, κάποιοι θεατές-κριτικοί ίσως να θεωρήσουν παράξενη την πρωταγωνιστική πολυμελή αμερικανική οικογένεια, ως πιθανό σημείο συντηρητισμού. Είναι άστοχο κάτι τέτοιο όμως, διότι τούτη είναι μια οικογένεια στον πυρήνα της οποίας δεν υπάρχει καμία πατριαρχική αντίληψη.
Πώς αποδεικνύεται κάτι τέτοιο; Πρώτον, ο μορφωμένος γονέας είναι η μητέρα. Δεύτερον, ο πατέρας είναι ικανότατος σεφ, σπάζοντας παράλληλα τα στερεότυπα περί ρόλων μαγειρέματος στην οικογένεια. Τρίτον, η κόρη Άννα είναι ανοικτά και αποδεκτά ομοφυλόφιλη. Τέταρτον, η κόρη Σίνθια, αν και έγκυος, επιλέγει συνειδητά να αποβάλλει το παιδί του ψυχολογικά αλλαγμένου συντρόφου της. Πέμπτον, η κόρη Μπέρντι αποφασίζει να κάνει το παν για την επιστήμη και για τη χώρα, αρνούμενη τα δελεαστικά οικονομικά προνόμια της νέας εξουσίας. Επιπλέον, η οικογένεια Τέϊλορ είναι καθαρή και σε όρους δημοσίου συμφέροντος, μην έχοντας κανένα πρόβλημα με την Ερευνητική Δημοσιογραφία. Στον αντίποδα, ο Τζος απειλεί την ανάπτυξη της Ερευνητικής Δημοσιογραφίας, τρομοκρατώντας τον φίλο της Μπέρντι.
Τούτες οι παραπάνω ισχυρές κοινωνικές στάσεις των Τέϊλορ, αποτελούν καταθέσεις Προοδευτικότητας και συνιστούν το δημοκρατικό σκεπτικό μιας οικογένειας, που έχει βρει την ηθική φωνή της. Δεν αφορούν μεν πολιτική ταυτότητα, αλλά συνιστούν σαφή πολιτικοποιημένη άποψη. Και αυτή είναι και η ελευθερία του έργου. Ότι δεν κοιτά κομματικές εξυγιάνσεις, αλλά ένα προοδευτικό σκεπτικό που υπερασπίζεται τον εαυτό του. Μέσα από μια εκλογικευμένη οικογενειακή φωνή, που δεν πτοείται από την ψευδαίσθηση του αμερικανικού ονείρου, αλλά η οποία παράλληλα αμύνεται ενάντια στην πραγματικότητα ενός αμερικανικού εφιάλτη.
Η ταινία αυτή οπωσδήποτε θα συζητηθεί σε κύκλους κινηματογραφόφιλων. Και όταν κάτι ανάλογο συμβαίνει, θέτοντας δημιουργικές διαφωνίες και εποικοδομητικούς προβληματισμούς, τότε μια τέτοια ταινία δικαίως συγκαταλέγεται στις πιο αξιοπρόσεκτες της σεζόν. Ο Γιαν Κομάσα κατορθώνει να γίνει επίκαιρος και διαχρονικός, ταυτοχρόνως.
Σκεπτικό…
Εικονοποίηση Κεντραρίσματος
Ας δούμε και την εικονοποίηση, σε εκείνο που αντιμάχεται η κυρίαρχη ηρωίδα Έλεν Τέϊλορ. Δηλαδή την κατασκευασμένη σημαία τούτης της “αλλαγής” στο σενάριο της ταινίας, η οποία δημιουργεί ομοιομορφία με το ζόρι, παραποιώντας την αληθινή αμερικανική σημαία. Δεν είναι φυσικά το θέμα όμως εδώ, ούτε να αποκατασταθεί, ούτε να ενδυναμωθεί ούτε και να εκθειαστεί η οποιαδήποτε αληθινή σημαία κάθε χώρας. Όχι. Στον αντίποδα, αυτό που δείχνει η ταινία είναι, ότι η πλύση εγκεφάλου του ολοκληρωτισμού εισβάλει, καταβροχθίζοντας όλα τα υπάρχοντα πολιτικοϊστορικά επίπεδα. Από τη σημαία μέχρι τη νοοτροπία ενός κράτους.
Η εικονοποίηση σε τούτο το κεντράρισμα αποδιοργανώνει τις περσόνες του έργου αλλά και τον θεατή, αφήνοντας ένα ενδιαφέρον μήνυμα στο κοινό. Είναι μάλιστα μία από τις ελάχιστες φορές, όπου η συμμετρία ή μάλλον καλύτερα η στοίχιση ενός σχήματος-συμβόλου στο κέντρο φαίνεται τόσο άκομψη. Και τόσο λάθος. Μια λάθος ιδεολογικοποίηση, που προσπαθεί να κεντράρει τα πάντα, συμπιέζοντάς τα όχι με υγιείς όρους Συμπερίληψης, αλλά με τοξικούς όρους ομοιομορφίας. Είναι πάρα πολύ έξυπνη η σχεδίαση της μυθοπλαστικής αυτής σημαίας, ώστε να προβληματίσει δημιουργικά τον σημερινό θεατή.
Πιο Αναλυτικά…
Ερμηνεία
Νταϊάν Λέϊν (Έλεν Τέϊλορ)
Πέντε χρόνια πριν, μέσα από την εξαιρετική πρωταγωνιστική παρουσία της στην ταινία “Οικογενειακοί Δεσμοί”, η Νταϊάν Λέϊν απέδειξε, ότι το ταλέντο της είναι κινηματογραφικά ολοζώντανο. Εκείνη η σπουδαία ταινία αντιμετώπισε δυσκολίες προσέλευσης θεατών στις Αίθουσες, διότι συγκυριακά τότε ερχόταν η δεύτερη καραντίνα επί Covid 19.
Τώρα πέντε χρόνια μετά, με την ποιοτική πρωταγωνιστική της παρουσία στο έργο “Η Επέτειος”, η Νταϊάν Λέϊν αποδεικνύει ξανά πόσο σημαντικό είναι να διακρίνεται με υπεροχή η ερμηνεία της, μέσα από ένα έργο οργανωμένων συντελεστών.
Μακράν η καλύτερη ερμηνεία του έργου, διασχίζοντας ακάθεκτη αλλιώτικες δυναμικές. Ήρεμης δύναμης, ευτυχίας, θάρρους, απόγνωσης, κουράγιου, πείσματος και κατάρρευσης. Απολαυστική ερμηνεία.
Μια διανομή της Spentzos Film
Συντελεστές
Σενάριο: Lori Rosene-Gambino. Σκηνοθεσία: Jan Komasa. Μοντάζ: Michal Charnecki. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Piotr Sobocinski Jr. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Diane Lane, Kyle Chandler, Phoebe Dynevor, Madeline Brewer, Zoey Deutch, Dylan O’ Brien, McKenna Grace, Daryl McCormack, Selda Kaya κ.ά. Διανομή Ρόλων: Louise Kiely. Κοστούμια: Lorna O’ Riordain. Διεύθυνση Σκηνογραφίας: Lucy Van Lonkhuyzen. Εσωτερική Διακόσμηση: Mark Hayden, Valerie Nolan. Μουσική: Danny Bensi, Saunder Jurriaans. Ήχος: Steve Jackson, Ewa Mazurkiewicz κ.ά.










