Από τον Heretic κριτικό Γιάννη Κρουσίνσκυ
Οι κινηματογραφόφιλοι θα ανακαλύψουν, ότι εδώ σεναριακά δεν υπάρχει δαιμονοποίηση ή αγιοποίηση μέσα σε ένα κωφό-ακούον ζεύγος.
Παρά μόνο η γοητευτική αρμονική αγάπη και η ανθρώπινη ψυχολογική αδυναμία, που θα μπορούσαν να προέλθουν εξίσου από οποιαδήποτε πλευρά. Η σκηνοθέτρια-σεναριογράφος Εύα Λιμπερτάδ έφτιαξε μια ιδιαίτερη ταινία.
Μετά το πέρας του έργου, ο θεατής γίνεται ψυχολογικά, παιδί και γονιός μαζί. Αλλά και ρομαντικός συνοδοιπόρος, στην ενδυνάμωση του εμπνευσμένου ζεύγους Άνχελα και Χέκτορ.
Ανάλυση
Γενικώς…
Πράγματι, παρακολουθώντας την ταινία “Σιωπηλή Αγάπη” (2025), διαπιστώνουμε, ότι η ματιά της σκηνοθέτριας-σεναριογράφου Εύα Λιμπερτάδ αποτελεί μια αξιόλογη κινηματογραφική πρόταση. Μια ταινία με ιδιαίτερη ταυτότητα, δυναμικής Θεματικής και συγχρόνως δουλεμένης κινηματογραφικής αφήγησης σε τεχνικά χαρακτηριστικά, που συνυποστηρίζουν και πιστοποιούν τελικά σε πιο πανοραμικό επίπεδο την εγκυρότητα ενός ευαισθητοποιημένου, καλλιτεχνικού μηνύματος.
Ναι, τούτη η ενδιαφέρουσα ισορροπία είναι που κερδίζει προοδευτικά τις εντυπώσεις, κατά την εξέλιξη του έργου. Καθότι εκτός από τη συνύπαρξη του ασυνήθιστου, μα άκρως αρμονικού ανδρόγυνου, της κωφής κοπέλας Άνχελα με τον ακούοντα νεαρό σύζυγό της Χέκτορ, θα επέλθει κάτι άλλο. Η απρόσμενη εγκυμοσύνη, που υπογραμμίζει εξαρχής ένα πρωτοεμφανιζόμενο αινιγματικό πεδίο στην παροντική, μα και μελλοντική τους διαβίωση. Το ζεύγος φαίνεται να επηρεάζεται από ένα παραλλήλως γεννηθέν ερωτηματικό, το οποίο μέχρι πρότινος δεν αποτελούσε αντικείμενο σκέψεων και πόσο μάλλον συζήτησης.
Δηλαδή η γέννηση της κόρης τους, γεννά και το εξής ερώτημα. Άραγε πρόκειται να αφορά ένα άτομο που θα διαθέτει τη δυνατότητα ακοής στη ζωή του ή όχι; Φαίνεται απλό, αλλά εάν το εξετάσουμε πιο πρακτικά στους ρυθμούς της αλλαγμένης καθημερινότητας των εν λόγω περσόνων, όπως ακριβώς κάνει και το έργο, τότε ο προβληματισμός είναι δικαιολογημένος. Όμως, ας δούμε πρώτα τη μετάβαση στην ψυχολογία της Άνχελα, σε διακριτικό και εμφανές στάδιο, για να το κατανοήσουμε καλύτερα.
Πιο συγκεκριμένα, αρχικώς η ταινία της Εύα Λιμπερτάδ κατορθώνει να επικοινωνήσει στον θεατή το διττό βίωμα, αίσθησης ιδιωτικής αποδοχής/κοινωνικής αποστασιοποίησης, της κωφής κεντρικής ηρωίδας, Άνχελα. Αλλά κατόπιν και το συμπορευόμενο βίωμα, αποδεδειγμένης μύησης, από τον ηθικά υποστηρικτικό σύζυγό της, Χέκτορ. Αφενός η ντροπαλή Άνχελα έμαθε να ζει αρμονικά σε μια προστατευμένη, ιδιωτική σφαίρα κοινωνικοποίησης, μαζί με φίλους και σύζυγο. Αφετέρου ο ευπροσάρμοστος Χέκτορ έμαθε άριστα τη νοηματική γλώσσα, προκειμένου να συνυπάρξει μαζί με τη γυναίκα του, αλλά και με τους επίσης κωφούς-κωφάλαλους στενούς φίλους του ζεύγους. Η κατατοπιστική οπτική αφήγηση της ταινίας ξεκινά να ασχολείται τακτικά με την αρμονική ζωή του ανδρόγυνου, αλλά και με τις –τόσο βιωματικά, όσο και ενσυναισθητικά- κοντινές παρέες του.
Ωστόσο, όλα αλλάζουν, όταν η Άνχελα μένει έγκυος. Τούτο το σημείο μαρκάρει το διακριτικό στάδιο μετάβασης στην ψυχολογία εκείνης. Εκεί κάπου ξεχωρίζει χωροχρονικά η νεαρή πιο πολύ ως κεντρική ηρωίδα, διότι αισθάνεται ξαφνικά από το μηδέν να υπάρχει και πάλι η διαφορετική αντιμετώπιση, που η ίδια ως κωφή εισέπραξε κάποτε κοινωνικά. Και για να το πούμε ακόμη πιο σωστά, για την ακρίβεια η Άνχελα φοβάται, μήπως αυτό ξανασυμβεί. Η φοβική παρατήρηση της κοπέλας μάς οδηγεί ως θεατές να εξετάσουμε προσεκτικά, ότι ένα άλλο μικρό παιδί (από φίλους-γονείς του ζεύγους) σνομπάρει κάπως τη νοηματική σαν δεύτερη, προαιρετική γλώσσα συνεννόησης. Ενώ λίγο αργότερα, οι γονείς της Άνχελα αγχώνονται, για το αν το εγγόνι τους θα είναι κωφό ή με ακοή.
Το συζυγικό περιβάλλον, για την ώρα, παραμένει συμμαχικό, μέσα στο ήδη φοβικό μυαλό της Άνχελα. Το στάδιο της εγκυμοσύνης και πολύ πιο συγκεκριμένα η κρίσιμη διαδικασία του τοκετού στο νοσοκομείο, είναι η πλέον χαρακτηριστική στιγμή της αποτυπωμένης, απαραίτητης διασύνδεσης, που φέρει η Άνχελα με τον Χέκτορ και ουσιαστικά με τον Κόσμο. Διότι δίχως την παρουσία του Χέκτορ, η Άνχελα δυσκολεύεται να συνυπάρξει-επικοινωνήσει με ανθρώπους, εάν δεν διαβάζει τα χείλη τους ή εάν εκείνοι δεν γνωρίζουν τη νοηματική γλώσσα. Διαδραστική η στιγμή, όπου η Άνχελα βγάζει απότομα τη μάσκα της γιατρού, για να καταλάβει, ποιες συμβουλευτικές οδηγίες αναπνοών της δίνονται στον εν εξελίξει δύσκολο τοκετό.
Έπειτα, έρχεται η καθοριστική γέννηση της κόρης τους, με την ακόλουθη αποκαλυπτική ιατρική γνωμάτευση, περί κωφάλαλου ή ακούοντος παιδιού. Θα αποδειχτεί, ότι η κόρη τους διαθέτει τη δυνατότητα ακοής. Εδώ, βρισκόμαστε πλέον στο εμφανές στάδιο της μετάβασης στην ψυχολογία της Άνχελα. Ενώ λοιπόν σε τούτο το σημείο, οι περισσότεροι κινηματογραφόφιλοι θα περίμεναν μια εγωιστική γονεϊκή αντίδραση από τον ακούοντα σύζυγο Χέκτορ, αντιθέτως ο φόβος, ο εγωισμός και κυρίως η μονοδιάστατη ανασφάλεια, θα κάνουν την εμφάνισή τους από την αμυντική συμπεριφορά της κωφής Άνχελα. Αυτή η ενδιαφέρουσα ανατροπή ενδυναμώνει την ταινία, κάνοντάς την ταυτοχρόνως πιο σκοτεινή, αλλά και πιο ανθρώπινη.
Συμπερασματικά
Πράγματι, οι κινηματογραφόφιλοι θα ανακαλύψουν, ότι εδώ σεναριακά δεν υπάρχει δαιμονοποίηση ή αγιοποίηση, μέσα σε ένα κωφό-ακούον ζεύγος. Παρά μόνο η γοητευτική αρμονική αγάπη και η ανθρώπινη ψυχολογική αδυναμία, που θα μπορούσαν να προέλθουν εξίσου από οποιαδήποτε πλευρά. Όμως, η ανθρώπινη ψυχολογική αδυναμία προήλθε από την πλευρά της κεντρικής ηρωίδας. Η αντιδραστική Άνχελα αρχίζει να αδιαφορεί, απέναντι στη συναναστροφή με ανθρώπους που έχουν ακοή. Η ίδια δεν προσπαθεί να κοινωνικοποιηθεί καν μαζί τους. Ακόμη και αν είναι γονείς παιδιών, που πηγαίνουν σε κοινό βρεφονηπιακό σταθμό με το δικό της μωρό. Και όχι επειδή είναι ρατσιστές, κακότροποι ή περίεργοι άνθρωποι οι άλλοι γονείς, μα επειδή εκείνοι έχουν ακοή ενώ η Άνχελα όχι.
Η Άνχελα θα θελήσει να μάθει γρήγορα τη νοηματική γλώσσα στην κόρη της. Κάτι το οποίο θα γινόταν από το εν λόγω ζευγάρι, έτσι και αλλιώς, ανεξαρτήτως αν το παιδί τους αποκτούσε ακοή ή όχι. Καθότι, είτε για το ίδιο το μωρό, είτε για τη σημαντική επικοινωνία με την κωφή μητέρα του, αναμενόταν μεγαλώνοντας να εκπαιδευτεί και από τους δύο γονείς, που ήξεραν τη νοηματική γλώσσα. Όμως το κλειδί στο διατηρηθέν μοτίβο συνεχιζόμενης ανατροπής του απρόβλεπτου σεναρίου είναι άλλο. Ότι η μητέρα Άνχελα ήθελε, να αισθανθεί το παιδί της την απώλεια ακοής ή αν προτιμάτε καλύτερα, να βιώσει την αίσθηση της κώφωσης. Όταν είναι μόνες τους, μάνα και κόρη, η Άνχελα θα βάλει στη μικρή τα ακουστικά που αποκόπτουν τον ήχο! Άλλη μια φορά θα γίνει αυτό και το παιδί θα κλάψει. Ο Χέκτορ θα μπει τότε θυμωμένος στο σπίτι και η Άνχελα θα ισχυριστεί, ψευδώς, ότι ετοιμαζόταν να βγάλει -και όχι να βάλει- τα ακουστικά στην κόρη τους.
Εδώ λοιπόν, βρισκόμαστε στην πιο κρίσιμη ανατροπή του έργου. Η Άνχελα ξεσπά ψυχολογικά, εκφράζοντας τα όσα φοβάται ότι ήδη συμβαίνουν. Είναι μόνο φόβος και όχι πραγματικότητα, όμως. Δηλαδή φοβάται, ότι ξαφνικά η ίδια θα γίνει μη απαραίτητη, για σύζυγο και κόρη. Όπως πιθανόν να τη θεωρεί ένα μέρος της υπόλοιπης, μη κωφής-μη κωφάλαλης, κοινωνίας. Η Άνχελα καταρρέει. Μα ο Χέκτορ στέκεται ηθικά στο ύψος του εαυτού του, του ζεύγους, της οικογένειάς τους. Μα και στο ύψος εκείνης της κοινωνίας, που αποδέχεται την αλλιώτικη ατομικότητα. Της εξηγεί σκληρά μεν, μα δίκαια, ότι η Άνχελα δεν μπορεί να δεχτεί εύκολα, πως το παιδί και ο σύζυγός της απλώς γεννήθηκαν έχοντας ακοή. Σε τούτο το σημείο, η σκηνοθεσία και o ήχος της ταινίας μάς εισαγάγουν στο μυαλό της πληγωμένης Άνχελα και στο πώς εκείνη βιώνει τον Κόσμο, χωρίς το γνώριμο ηχητικό περιβάλλον για τους ακούοντες ανθρώπους.
Βεβαίως, αν θέλουμε να είμαστε απολύτως ακριβείς, από την αρχή του έργου υπάρχει μια ουσιώδης επεξήγηση απέναντι στον θεατή, ακούοντα ή κωφάλαλο, σχετικά με τους καθημερινούς πάμπολλους ήχους που χάνει-αγνοεί η Άνχελα. Οι ήχοι επισημαίνονται με ενδείξεις ανάγνωσης. Και μάλιστα, θα ήθελα να επισημάνω εδώ μια ενδιάμεση (ενδεχομένως ηθελημένη) ηχητική επιλογή της ταινίας, με πρόθεση ευαισθητοποίησης προς το κοινό. Δηλαδή, ότι οι διάφοροι ήχοι, στον εκάστοτε περιβάλλοντα χώρο, μοιάζουν αρκετά χαμηλωμένης έντασης, σκοπίμως. Ώστε και εμείς (που τυγχάνει να ακούμε) να εισερχόμαστε επιτυχώς στη διαδικασία διαβάσματος, με μεγάλη προσοχή και επιθυμία, για να ανακαλύψουμε το τι ακούγεται τελικά εκεί στο βάθος. Αυτή η ενδιάμεση οδός ευαισθητοποίησης, γεφυρώνει και το κενό ανάμεσα σε κωφάλαλους και μη θεατές.
Επιπροσθέτως, αυτό που φάνηκε να διαχωρίζει το ζεύγος, δηλαδή το παιδί, ήταν και εκείνο το στοιχείο που κατάφερε να τους ενώσει, εν καιρώ. Είτε ακούσεις την πρώτη λέξη του παιδιού σου, είτε τη δεις να προφέρεται, παραμένεις ένας γονιός που είσαι εκεί και την αισθάνεσαι. Τη ζεις. Η κεντρική ηρωίδα Άνχελα βρήκε μια δική της Κάθαρση. Και ο θεατής της ταινίας, μετά το πέρας τούτου του έργου γίνεται ψυχολογικά, παιδί και γονιός μαζί. Αλλά και ρομαντικός συνοδοιπόρος, στην ενδυνάμωση του εμπνευσμένου ζεύγους Άνχελα και Χέκτορ. Η Εύα Λιμπερτάδ έφτιαξε μια ιδιαίτερη ταινία. Συνεπώς, εξαιτίας της πρωτοτυπίας της σε σεναριακές ανατροπές, ηχητικές τροποποιήσεις και αρμονικές οπτικές γωνίες, ρεαλιστικών εναλλασσόμενων συναισθημάτων, είναι δίκαιο να ορίσουμε, πως ανήκει μέσα στις δέκα καλύτερες ταινίες της κινηματογραφικής χρονιάς 2025. Αξίζει, να την ανακαλύψετε.
Σκεπτικό…
Μοντάζ της Ενσυναίσθησης
Το “Αντίστροφο Eyeline Match.” Ως θεατές βλέπουμε ένα σμήνος πτηνών. Το αμέσως επόμενο cut του μοντάζ ανταποκρίνεται, με ταίριασμα στο βρεφικό, αθώο, υποκειμενικό βλέμμα της κόρης του ζευγαριού. Έτσι, έχουμε μπει μέσα στη ζήση της μεγαλύτερης αρμονίας που γεννήθηκε στο ζεύγος. Δηλαδή, στο βλέμμα του παιδιού τους.
Η θέαση, είναι κάτι το οποίο διαθέτει η Άνχελα, ο Χέκτορ, αλλά και η κόρη τους. Αλλά και ο θεατής. Η ζωή είναι σύνθετη, με αρκετές αισθήσεις και ενσυναισθήσεις. Ίσως, πιο δυνατές και περισσότερο πολύτιμες, από ό,τι νομίζουμε…
Πιο Αναλυτικά…
Ερμηνείες
Μίριαμ Γκάρλο (Κωφή Άνχελα) / Αλβάρο Θερβάντες (Ακούων Χέκτορ)
Η Γκάρλο είναι κωφάλαλη ηθοποιός. Ο Θερβάντες έχει ασχοληθεί με δραματικούς ρόλους στο παρελθόν.
Δεν μπορείς να ξεχωρίσεις εύκολα, ποια/ποιος τα πήγε καλύτερα, όσον αφορά τη δυναμική Υποκριτική που αμφότεροι παρουσίασαν…Οι ηθοποιοί κατόρθωσαν, να δημιουργήσουν την απαραίτητη εκρηκτική χημεία του ζεύγους.
Σε πείθουν, ότι είναι ερωτευμένοι. Σε πείθουν, ότι διαθέτουν μεταξύ τους αλληλοσεβασμό, τρυφερότητα και αγάπη. Σε πείθουν, για ένα συνταιριασμένο ζεύγος, με όμορφο πάθος. Και το πάθος αυτό κρύβει εντάσεις, οι οποίες ανταλλάζουν δυναμικές μεταξύ του ζεύγους. Η πιο δυνατή στιγμή τους, ήταν εκείνη της δραματικής σύγκρουσης, κατά τη φοβική συμπεριφορά της περσόνας Άνχελα και της ακριβοδίκαιης σιγουριάς του Χέκτορ.
Μια διανομή της Feelgood Entertainment
Συντελεστές
Σενάριο: Eva Libertad. Σκηνοθεσία: Eva Libertad. Διεύθυνση Φωτογραφίας: Gina Ferrer. Μοντάζ: Marta Velasco. Πρωταγωνιστούν/συμμετέχουν: Miriam Garlo, Alvaro Cervantes, Elena Irureta, Joaquin Notario κ.ά. Διανομή Ρόλων: Irene Roque. Κοστούμια: Desiree Guirao, Angelica Munoz. Διεύθυνση Σκηνογραφίας: Anna Auquer. Μουσική: Arananju Caleha. Ήχος: Enrique G. Bermejo, Urko Garai κ.ά.