“Η σημερινή εποχή για τη δισκογραφία δεν είναι και η καλύτερή της. Χρειάζονται θυσίες για να κυκλοφορήσει ένα άλμπουμ, θυσίες που κυρίως αφορούν τους δημιουργούς του. Ωστόσο, σε κάθε περίπτωση χρειαζόμαστε πρωτόλεια ύλη για να πάμε μπροστά, να αναδείξουμε καινούρια ταλέντα, να δώσουμε ώθηση στο ελληνικό τραγούδι”.

Τάδε έφη Δημήτρης Λέντζος και συμφώνησαν όλοι, στην παρουσίαση του άλμπουμ “Μικρά μονόστηλα” με στιχουργό τον ίδιο, συνθέτη την Μάρθα Μεναχέμ και ερμηνευτή τον Θοδωρή Νικολάου. Και πλέον δεν βρίσκουμε εύκολα “τριπλέτα”, δηλαδή ένας συνθέτης, ένας στιχουργός, ένας ερμηνευτής να ετοιμάζουν ένα ολόκληρο άλμπουμ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την έντονη παρουσία πλέον των τραγουδοποιών.

Στην πρώτη παρατήρηση του Δημήτρη Λέντζου, θα αντέτεινα πως δίσκοι ή αρκετά σε ποσότητα singles -ίσως να- κυκλοφορούν, όμως ποιοτικά χαρακτηριστικά πόσα έχουν είναι το ζητούμενο. Επίσης, μετά από μια δεκαπενταετία σχεδόν καθολικής παρουσίας του στα μουσικά δρώμενα, η είδηση “Λέντζος και καινούριο άλμπουμ” δημιουργεί προσδοκία από μεγάλο πια ακροατήριο. Βλέπεις, έχει συνεργαστεί σχεδόν με όλη την ελίτ, είτε συνθετών ή και τραγουδιστών και ουσιαστικά έχει καταχωρηθεί στη συνείδηση του κόσμου. Και γράφει εύκολα, πολύ εύκολα, όπως έχει πει ο ίδιος σε συνέντευξή του, κάπου ανάμεσα σε λαϊκό και έντεχνο αλλά χωρίς να κάθεται να το πολυσκεφτεί. Ούτε επίσης αν μια πρόταση μπορεί να αποδειχθεί ποίημα ή τραγούδι στην τελική του μορφή. Κι αυτό θα μπορούσε να το πει κανείς άκοπα και στον “Έρωτα Αρχάγγελο” ή στο πιο πρόσφατο “Παράξενο τσίρκο”.

Η Μάρθα Μεναχέμ, τα τελευταία χρόνια είναι πιστή στο ραντεβού της με τη δημιουργία, έχοντας στο παρελθόν συνεργαστεί και ερμηνευτικά με κορυφαία ονόματα του χώρου όπως ο Γιάννης Σπανός και ο Γιώργος Χατζηνάσιος. Η σύνθεσή της είχε να κάνει αρχικά με πολύ ποιητικό έργο, κάτι που την ώθησε να συνεχίσει να το κάνει κι ο Κώστας Τριπολίτης, που της έδωσε στίχους για τον πρώτο προσωπικό της δίσκο με συνθέσεις της, τη “Μικρή ελεγεία” το 2007.

Η συνάντηση των δύο δημιουργών προκύπτει καταλυτική, αφού από το αποτέλεσμα έχουμε να κάνουμε με φύση λαϊκά τραγούδια, με μικρά ορατόρια ας μας επιτραπεί η έκφραση. Διότι οι ιστορίες μπορεί να μην είναι θρησκευτικού χαρακτήρα, έχουν όμως μέσα τους ευλάβεια προς το σύνολο της μουσικής. Στην παρατήρηση αυτή συμπεριλαμβάνεται η σε πολλές φορές “δωρική” ερμηνεία του Θοδωρή Νικολάου. Ευλαβικές λοιπόν στιγμές, προς αρχαίες ρήσεις όπως τα “Έπεα πτερόεντα”, προς μυθικούς θεούς στο “Ο έρωτάς σου Ιανός”, προς μαγικές καμηλιέρικες μελωδίες με σύμβολο τη Μισιρλού στο “Φεγγάρι μ’ ασημόχαρτο”, στην πολιτική κατάληξη μιας ολόκληρης γενιάς στο “Μια κάποια περίπτωσις”, αλλά και τον κάθε παραδοσιακό χορό της Ελλάδας, με σημαία την αγάπη, στο εξαιρετικό “Αρχαία ζάλη”.

Λες κι ήταν έτοιμο το άλμπουμ για φθινοπωρινά χρώματα, που μάλλον έτσι έγινε, ο πίνακας στο εξώφυλλο του Παντελή Σαμπαλιώτη συνθέτει ένα παζλ σε φόντο κάπως γκρίζο. Το παζλ έχει χρώματα που όσο πάνε σκουραίνουν ή βαθαίνουν. Και μάλλον έτσι εξελίσσεται η πλοκή του άλμπουμ, από τα λόγια του άερα, τα “Έπεα πτερόεντα” στην ταχύτητα μιας μοτοσικλέτας με σπασμένα φρένα σχεδόν (τρελή τη λέει ο ποιητής) στην “Ειδική διαδρομή”, στην επίκληση φθαρμένων ερώτων στα “Με σήματα ασύρματα”, “Απουσία” και “Το ψεύτικό σου ψέμα” (πόσο πιο πολύ δηλαδή)!

Η Μάρθα Μεναχέμ από την άλλη, ντύνοντας τους στίχους αυτούς, έπαιξε αρκετά με μπουζούκι, βασικό όργανο στο έντεχνο ελληνικό τραγούδι, πέτυχε εξαιρετικούς λαϊκούς συνδυασμούς, από χασάπικο ρυθμό, βαλσάκι, μπαλάντα έως και καμηλιέρικο. “Βρήκε να κάνει” φυσικά με το υλικό του Δημήτρη Λέντζου, όπως είπε κι η ίδια, αφού μέσα της πάντα είχε ερείσματα λαϊκά που δεν είχε μέχρι τώρα την ευκαιρία να τα ξεδιπλώσει. 

Το υλικό ικανοποιούσε τον πιο “δύσκολο” (Πατρινό) Θοδωρή Νικολάου, τον αυστηρό, τον απαιτητικό με τη μουσική. Η φωνή του είναι ώριμη και προχώρησε έτσι στο δεύτερο εγχείρημά του μετά την “Ομπρέλα”, που τον είχαν ήδη εμπιστευτεί σημαντικοί δημιουργοί σε ένα πολυσυλλεκτικό από πλευράς τους άλμπουμ. Έλεγε ωστόσο ότι ήθελε το κάτι παραπάνω, το διαφορετικό, σε μια συνέντευξη που μας είχε δώσει παλιότερα. Έχει ολοκληρωμένη μουσική παιδεία, είναι νέος με εξαιρετική παρουσία και ακολουθεί πιστά τις απαιτήσεις του τραγουδιού, δίνοντας βάση στα σημεία που είναι “δυνατό”, πατώντας στα απρόσμενα “κλειδιά” του στίχου, π.χ. “Το ψεύτικό σου ψέμα”, θέλοντας να τονίσει την υπερβολή και με τα άρτια γυρίσματα της φωνής του. Τολμώ να πω ότι έχουμε να κάνουμε με το νέο “next big thing” του ελληνικού τραγουδιού, κάτι που έχει διαφανεί πάντως από την πρώτη κιόλας δισκογραφική του εμπειρία.

Συνολικά πάντως το άλμπουμ φωνάζει εμπειρία, φωνάζει από προσωπική επιθυμία όλων των συμμετεχόντων να δώσουν το κάτι διαφορετικό, αλλά και να σεβαστούν παραδοσιακά στοιχεία του λαϊκού τραγουδιού. Σκέφτηκα ότι κάποια στιγμή άκουγα λίγο από Κουγιουμτζή στα “‘Επεα πτερόεντα”, ειδικά στα γυρίσματα του μπουζουκιού, ενώ σε όσα λείπει αυτό το όργανο μετατρέπονται στη φωνή του Θοδωρή από “Μικρά μονόστηλα” σε αναμνήσεις ή βιώματα, κάτι που έχουν παραδεχτεί άλλωστε οι δημιουργοί. 

“Έπεα πτερόεντα” (οι στίχοι)

Καμιά δεν μου ΄τυχε χαρά

όπως ο πάσα ένας

κι εδώ στα χαρακώματα

με λεν με χίλια ονόματα

κι εγώ ‘μαι ο Κανένας.

 

Τα πάθη τα παράνομα

φωτιά και παρανάλωμα

τα λόγια τα χρυσόδετα

έπεα πτερόεντα

 

Παγίδες στήνει το κορμί

μα πέφτει στην παγίδα

κι όσοι αγαπούν του σκοτωμού

στο τέρμα φτάνουν του γκρεμού

κι αυτό το λεν πατρίδα.

Έπαιξαν οι μουσικοί:
Κώστας Μπουρόπουλος: ακουστική, κλασική κιθάρα
Γιάννης Πλαγιανάκος: μπάσο
Ντάσο Κούρτι: ακορντεόν
Νίκος Τατασόπουλος: μπουζούκι
Μάνος Κιτσικόπουλος: πιάνο
Θεολόγος Μιχελής: βιολί
Tigran Sargsyan: φλογέρα, doudouk
Simone Mongelli: κρουστά
Γιώργος Παππάς: ούτι

Ενορχήστρωση: Μάρθα Μεναχέμ (με την πολύτιμη βοήθεια των μουσικών)
Hχογράφηση-μίξη-mastering: Άρης Ντεληθέος, Studio Audio Home

Ο πίνακας στο εξώφυλλο είναι του Παντελή Σαμπαλιώτη

Σχεδιασμός: ergon@ergongraphics.gr

Παραγωγή: Μετρονόμος 2019

Υ.Γ. Ό,τι αγάπησες ή αγαπάς επιστρέφει ατόφιο κι αν δεν αποσιωπηθεί περνάει σε μικρά μονόστηλα με γραμμές και πεντάγραμμα και γίνεται ζεστή ανάσα γιατί τραγουδιέται (από το κείμενο της παρουσίασης του άλμπουμ στη Σφίγγα)

7