Χρυσόστομος Σταμούλης : “Γελάς”

Νέο cd/βιβλίο  

Ένα φωτεινό σύνολο τραγουδιών, γεμάτο λυρισμό και εξαιρετικές ερμηνείες από ξεχωριστούς τραγουδιστές, είναι το “Γελάς”, το νέο και συνολικά έκτο ολοκληρωμένο album του Χρυσόστομου Σταμούλη.

Τραγούδια που ξαφνιάζουν με την σαγηνευτική τους πολυμορφία και φανερώνουν έναν δημιουργό που αγαπά να φτιάχνει μελωδίες που λάμπουν με την αλήθεια και την ομορφιά τους.

Ο Θεσσαλονικιός δημιουργός επιλέγει να μελοποιήσει κείμενα των Τάκη Βαρβιτσιώτη, Παναγιώτη Θωμά, Μάνου Ορφανουδάκη, Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, Μαριλένας Φισκέττι, δημιουργώντας ένα μουσικό αποτέλεσμα που αποτελεί μια σοβαρή καλλιτεχνική πρόταση, ουσιαστική και δημιουργική.

Μια ομάδα σημαντικών ερμηνευτών αναλαμβάνει τις αποδόσεις των τραγουδιών: Γεράσιμος Ανδρεάτος, Αλέξανδρος Τζουγανάκης, Λιζέτα Καλημέρη, Γιώργος Καλογήρου, Ανδρέας Καρακότας, Γεωργία Νταγάκη και Νίκος Ξυδάκης.

 

Όλοι τους βουτούν με αποφασιστικότητα στο μουσικό σύμπαν του Σταμούλη και αποδίδουν με ιδιαίτερα χρώματα και αποχρώσεις την ψυχή των τραγουδιών. Ανάμεσα στα τραγούδια παρεμβάλλονται και δυο μουσικές αφηγήσεις του Χρυσόστομου Σταμούλη.

Ο Χρυσόστομος Σταμούλης είναι Καθηγητής της Δογματικής και Συμβολικής Θεολογίας στο Τμήμα Θεολογίας του Α.Π.Θ. αλλά και μέγας εραστής της μουσικής. Από το 1991 διευθύνει τη Μικτή Χορωδία “Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος” Θεσσαλονίκης.

Το “Γελάς” είναι το έκτο του ολοκληρωμένο album.

Διανομή: Εκδόσεις Αρμός http://www.armosbooks.gr

Παίζουν οι μουσικοί: Γεωργία Νταγάκη, Δημήτρης Λάππας, Θάνος Σταυρίδης, Θάνος Μιχαηλίδης, Γιώτης Κιουρτσόγλου, Αλέξανδρος Τζουγανάκης, Μιχάλης Σαπουντζής, Γιώργος Πολυχρονιάδης, Κωνσταντίνος Δημηνάκης, Άκης Κατσουπάκης, Κυριάκος Γκουβέντας, Μάριος Μακρής, Αντώνης Σουσάμογλου, Μιγκὲλ Μιχαηλίδης, Θανάσης Σουργκούνης, Παύλος Μεταξάς, Γιάννης Στέφος, Στέλλα Τέμπρελη, Ελευθέριος Γκρούνης.

Eνορχήστρωση: Θάνος Σταυρίδης, Δημήτρης Λάππας, Κωνσταντίνος Δημηνάκης Χρυσόστομος Σταμούλης.

Διεύθυνση παραγωγής: Χρυσόστομος Σταμούλης, Θάνος Σταυρίδης

 

Συχνά πυκνά, με ρωτούν για την προέλευση των τραγουδιών μου, των κειμένων μου, ακόμη και για όσα σχεδόν καθημερινά αναρτώ στο διαδίκτυο. Εάν, δηλαδή, αποτελούν προσωπικές ιστορίες εάν αποτυπώνουν τα συναισθήματα της στιγμής, τις ψυχολογικές διαθέσεις, τις επιλογές. Ακόμα και εάν προλογίζουν στάσεις ζωής που θα ακολουθήσουν. Με άλλα λόγια, εάν αποτελούν μια εικόνα του εαυτού μου και του διαλόγου του με το χρόνο και την ιστορία.

Απαντάω, λοιπόν, με ένα σαφές ίσως, μπορεί, ποιος ξέρει. Και το εννοώ. Κανείς δεν ξέρει κανείς δεν μπορεί να ξέρει.

Νομίζετε, πως πάω να σας ξεγελάσω, να κρυφτώ.

Τουναντίον, παλεύω να δείξω το συνθετότερο μιας τέτοιας ποιητικής. Η δημιουργία μου, η κάθε δημιουργία μου, από την ετοιμασία ενός καφέ, έως και την «κατασκευή» ενός τραγουδιού, ενός θεολογικού δοκιμίου, ακόμα και μιας απλής ανάρτησης μιας εικόνας με ένα δίστιχο στα προσφιλή μου δίκτυα, έχω την αίσθηση, πως συνιστά προσπάθεια περιγραφής των ορίων της αμεσότητας. Μιας πραγματικότητας -όπως καταλαβαίνετε μιλάω για την αμεσότητα και όχι την καθημερινότητα-, που τη βλέπω να κατεβαίνει σα γυναίκα αγέρωχη και αινιγματική την οδό των ονείρων μας. Φορά πέπλο μυστηρίου, για να κρύβει το θλιμμένο πρόσωπο του έρωτος, της απώλειας, της προσμονής, της απόγνωσης, της ελπίδας, της υποχώρησης, της αγάπης και τόσων άλλων που συστήνουν το ανεξήγητο. Μιας αμετανόητης γυναίκας, που πεισματικά αντιστέκεται στην εύκολη μετάφραση των σπουδαίων κρυμμένων και αποφεύγει μετά μανίας τα μάτια της αδιακρισίας. Και έτσι, καθώς νομίζω, μένει ζωντανή η ελπίδα να ξαναδούμε μπροστά μας απρόσμενα τη δικιά μας οδό των ονείρων. Χωρίς μεταφράσεις, χωρίς εξηγήσεις, χωρίς ταυτότητες και τελικές αποτυπώσεις.

Να σωθεί το ανεξήγητο, λοιπόν, αυτή είναι μεγάλη η μάχη. Το ανεξήγητο και η Άνοιξη. Η εποχή που ο κόσμος ανθίζει και υπόσχεται.

Προχθές είδα στον δρόμο ένα κορίτσι που έτρεχε και γελούσε. Σταμάτησε προς στιγμήν μπροστά μου και με έβλεπε με το βάθος των ματιών της. Έλαμπαν από ευτυχία. Μεγάλες θάλασσες και ουρανοί τα γέμιζαν, ταξίδια στην αυλή της καρδιάς. Θέλησα να το αγκαλιάσω, μα δεν πρόλαβα. Ώσπου να ανοίξω τα χέρια έφυγε, όπως φεύγουν όλα τα φεύγω. Έτρεχε με ενθουσιασμό και πίσω της πετούσαν πουλιά και πανσέληνα φεγγάρια, ωραία καράβια και ευχές.

Ίσα ίσα, που πρόλαβα δειλά να φωνάξω, στο καλό ψυχή μου, στο καλό…
Χ.Σ.

 

Χρυσόστομος ΣταμούληςFacebookYouTube | Spotify | Website

1