“Έτσι είναι… Έρχεται η ζωή με τα λογής-λογής μηχανήματα -φτώχεια, αναποδιές, χρόνια, θάνατοι, έχθρες, κακίες, γεράματα, αρρώστιες- και μας κάνει λειώμα. Στο τέλος τι μένει από τόση φρεσκάδα κι από τόσα όνειρα; Ένα κορμί αγνώριστο και παιδεμένο μένει…”

 

Γυναίκες ενός άλλου καιρού που συναντιούνται στη γενέτειρα κάθε φθινόπωρο για να θυμηθούν όσα δεν θέλουν να ξεχάσουν και επιμένουν να λένε “σ’ αγαπώ” και “ευχαριστώ”, έστω κι αν είναι σίγουρες ότι θα πάνε χαμένα. Η συγγραφέας Τούλα Τίγκα στο τελευταίο της μυθιστόρημα “Ballade des Dames”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διάπλαση, βουτάει στο εσωτερικό πέντε διαφορετικών γυναικών που ενώ διάγουν  την ηλικία που τη βαφτίσαμε τρίτη, εξακολουθούν να νιώθουν νέες, ν’ αγαπούν και να αγαπιούνται μεταξύ τους, όπως τα παιδιά όταν ξεχνούν να μεγαλώσουν.

Γι’ αυτές τις ηρωίδες της καθημερινότητας, αλλά και για το σύνολο του έργου της μιλήσαμε με την συγγραφέα Τούλα Τίγκα. Η αμεσότητα της δείχνει μια σιγουριά ενός ανθρώπου που η πορεία του καθόρισε και τη σπάνια λογοτεχνική διαδρομή του.

 

Η συγγραφέας Τούλα Τίγκα αποκλειστικά στο The Look.Gr!

 

 

  1. «Ληθαίος το όνομα του, γιατί ήτανε, λέει, γιος της Λήθης». Σε ποιο βαθμό το ποτάμι που διαπερνά την πόλη των Τρικάλων διαπέρασε τη συγγραφική σας σκέψη και χάραξε τα κείμενα σας;

 

 Δίπλα  σ΄αυτό το ποτάμι γεννήθηκα , το εγκατέλειψα αργότερα  για πολλά χρόνια και το ξαναβρήκα όταν επέστρεψα. Δεν διατρέχει μόνο την πόλη αλλά και τη ζωή μου . Ήταν αδύνατο να μην το επιτρέψω  να «μπει» και μέσα στο έργο μου .Κάθε φορά που περνώ και το βλέπω , έχω την εντύπωση πως  αυτό  το ποτάμι , δεν εκβάλει  τελικά στη θάλασσα αλλά  στις ζωή του κάθε  Τρικαλινού .

Σε κάποια  από τα   μυθιστορήματά μου , είτε για έφηβους είτε για  ενηλίκους , υπάρχουν αναφορές στον Ληθαίο . Έπειτα , είναι μια πρόκληση και το όνομα που του δίνει η μυθολογία : γιος της Λήθης. Για μένα προσωπικά αλλά και για τις πέντε φίλες  του πρόσφατου μυθιστορήματός μου “Ballade des Dames“ έχει σχέση με τη μνήμη και όχι με τη λήθη .

 

 

 

2  Μια μπαλάντα στη μνήμη και στη ζωή πέντε γυναικών το τελευταίο σας βιβλίο, μιλήστε μας για τις στιγμές  που το τραγούδισμα αυτό πρωτοφανερώθηκε και άρχισαν οι πρώτες νότες να ψηλαφούν τα αφτιά σας.

 

Με πάτε πολύ πίσω μ αυτή την ερώτηση . Η σχέση μου  μ’ αυτόν τον τίτλο είναι παλιά, από τότε που φοιτήτρια ακόμα μάθαινα για την μπαλάντα  και τον  κύριο εκπρόσωπό της τον Φρανσουά Βιγιόν . Με είχε γοητεύσει  το ποίημα και ο τίτλος  ερχόταν ξανά και ξανά στο μυαλό μου αλλά ήμουν πολύ νέα τότε για να καταλάβω  το βαθύτερο νόημα  αυτού των στίχων .  Το αδυσώπητο πέρασμα  του χρόνου, οι άνθρωποι   που έρχονται και φεύγουν από τη ζωή μας  και η  φθορά που επέρχεται με τα χρόνια , είτε στο σώμα μας είτε στις  σχέσεις μας, αργότερα με απασχόλησαν.

 Μεγαλώνοντας , έβλεπα και  φίλες που γνώριζα από την εφηβική τους ηλικία , να έχουν τις ίδιες  αγωνίες για τα προβλήματα υγείας που είναι πιο συχνά περνώντας  τα χρόνια , για  την παραίτηση και την απογοήτευση που καραδοκούν να μας αποθαρρύνουν  και με  το μόνιμο παράπονο ότι ο  χρόνος  πολλά  αλλάζει  μέσα μας και γύρω  μας κι εμείς  απροετοίμαστοι  να το αποδεχτούμε . Πότε πότε προσπαθούσα να αντιδρώ πιστεύοντας ότι η ζωή , ακόμα και όταν δεν είμαστε πια νέοι  , έχει και τις καλές της  στιγμές  αρκεί να μην αφήσουμε τα νούμερα  στις  χρονολογίες, στα ημερολόγια και στα δελτία  ταυτότητας να μας  τρομάζουν .

 Κάπως έτσι επινόησα αυτές τις πέντε φίλες – ηρωίδες ,οι οποίες παρότι  αισθάνονται νικημένες από το χρόνο ή   από κάποια γεγονότα που αναστατώνουν τη ζωή τους  και  ανατρέπουν την καθημερινότητά τους, δεν παραιτούνται από κάποιες χαρές της ζωής ,του έρωτα και  της παρέας , έχοντας τη φιλία τους και την αγάπη για τη ζωή να τις στηρίζει . 

 

 

 

 

3  «…μην πέσω κι εγώ ως μάνα στην εκτίμηση των παιδιών μου». Γυναίκα και Μητέρα, μια αναπόδραστη αλληλουχία δύο ιδιοτήτων που η μία γίνεται ενίοτε αυστηρός κριτής της άλλης. Θα ήθελα την τοποθέτηση σας για το διττό ρόλο της γυναίκας.

 

Εξαρτάται από τον κατά πόσο μπορεί να παίξει σωστά το ρόλο της μητέρας χωρίς να καταργεί το ρόλο της γυναίκας στο γάμο της και στην συζυγική  της σχέση .  Η Μάρω η οποία λέει αυτά τα λόγια , είναι μια γυναίκα απελπισμένη  που απέτυχε στον πρώτο της έρωτα, απέτυχε στο γάμο της και στη σχέση με τα παιδιά της.  Καθώς βλέπει ότι τα χρόνια περνούν και η ζωή  την αφήνει πίσω ,ψάχνει κάτι  να πιαστεί και βρίσκει  έναν έρωτα  , αδιέξοδο και ατελέσφορο ωστόσο, νομίζοντας  ότι θα ικανοποιήσει επιτέλους τη γυναίκα. Το μόνο που καταφέρνει  όμως , ακολουθώντας τις  ψευδαισθήσεις της , είναι να πληγωθεί και να αποτύχει ακόμα μία φορά .

 

 

Οι “comme il faut” συμπεριφορές , με υπερβολές  που σήμερα μοιάζουν απαράδεκτες , καταπίεσαν και σημάδεψαν γενιές και εποχές…

 

 

4  Ο Αμερικανός αρθρογράφος P. J. O’ Rourke έγραψε κάπου ότι «Όλοι θέλουν να σώσουν τη Γη. Κανένας δεν θέλει να βοηθήσει τη μάνα του να πλύνει τα πιάτα», μια δήλωση που εν μέρει συνυπογράφει   έναν όμορφο συλλογισμό σας, που λέει:  «Είναι η ώρα της ζορισμένης νοικοκυράς. Της στερημένης και απελπισμένης ψυχής του ανθρώπου». Θα ήθελα τις σκέψεις σας  για τη σκληρή δουλειά, αυτή της νοικοκυράς,  που έχει καταταχθεί στην κατηγορία του απλού καθήκοντος.

 

Δεν έχει άδικο ! Ωστόσο , σήμερα αρκετά  νέα  ζευγάρια πια , μοιράζονται και  δουλειές του νοικοκυριού και μεγαλώνουν διαφορετικά τα παιδιά τους . Οι δικές μου ηρωίδες , ανήκουν σε παλιότερη γενιά και μάλιστα μιας μικρής επαρχιακής πόλης όπου συνήθως  ο άντρας  ήταν «ο αφέντης» στο σπίτι και η γυναίκα έπρεπε αδιαμαρτύρητα να περνάει τις περισσότερες ώρες της υπηρετώντας  τους υπόλοιπους . Η Σοφία , είναι ένα κλασικό παράδειγμα.

Σήμερα βέβαια μπορεί  να μην είναι τόσο σκληρή η δουλειά της νοικοκυράς με τα μέσα που έχει στη διάθεσή της  , είναι όμως μια  δουλειά ρουτίνας και αρκετά ψυχοφθόρα. Πάντως κι εδώ θα έλεγα  ότι εξαρτάται   από το πώς τη βλέπει η ίδια η νοικοκυρά τη δουλειά που κάνει μέσα στο σπίτι της και πως έχει επιτρέψει στους γύρω της να  βλέπουν και την ίδια και τη δουλειά της  νοικοκυράς.

 

 

 

5  Μια ηρωίδα σας εξανίσταται κι αναφωνεί «Μας έφαγε ο καθωσπρεπισμός». Στην 35χρονη συγγραφική σας πορεία, αισθανθήκατε ποτέ η συγγραφική σας ιδιότητα να υφαρπάζει στιγμές ελευθερίας;

 

Οι “comme il faut” συμπεριφορές , με υπερβολές  που σήμερα μοιάζουν απαράδεκτες , καταπίεσαν και σημάδεψαν γενιές και εποχές, με αρκετή υποκρισία πάντως  και έχοντας ως  φόβητρο  το  «τι θα πει ο κόσμος».   Σήμερα έχουν αλλάξει αρκετά  πράγματα με κίνδυνο βέβαια να φτάνουμε πολλές φορές στο άλλο άκρο .

Όσο για τις προσωπικές  στιγμές  ελευθερίας, δεν μου έλειψαν.  Έμαθα να τις διεκδικώ.Προσπαθούσα  να είμαι συνεπής  στις  όποιες υποχρεώσεις μου, εστιάζοντας όμως περισσότερο στις ανάγκες της οικογένειας . Το ήξερα άλλωστε  από τότε που αποφάσισα να κάνω οικογένεια  . Και δεν μετάνιωσα ποτέ   γι αυτό.

 

 

 

6  Η Θεανώ, μια ηρωίδα του βιβλίου σας, γράφει για να λυτρωθεί. Στη λογοτεχνική  σας διαδρομή  πως λειτούργησε η ανάγκη για γραφή; Κάτω από ποιες επιταγές ξεκίνησε; Τα τελευταία χρόνια έχουν αλλάξει καθόλου οι εσωτερικές ανάγκες για συγγραφή;

 

Ο Σεφέρης έλεγε « γράφω όπως ανοίγει κανείς τις φλέβες του ». Σε μένα αυτή η ανάγκη ξεκίνησε  από τη  σφοδρή  επιθυμία μου   να εκφραστώ μέσα από τον γραπτό λόγο χρησιμοποιώντας τη φαντασία μου  και ό,τι εισέπραττα από γύρω μου που το αποθήκευα κάπου μέσα μου και το «επεξεργαζόμουν» σιγά σιγά. Ο λόγος που σπούδασα  φιλολογία άλλωστε ήταν και η επιθυμία μου να μάθω να εκφράζομαι με σωστά Ελληνικά αφού η γλώσσα  είναι από τα σημαντικότερα εργαλεία  του συγγραφέα.

 Δεν μπορώ να πω με σιγουριά  αν είναι λύτρωση το γράψιμο ή παιδεμός –η Θεανώ το χρησιμοποιεί για τον δικό της λυτρωτικό σκοπό.  Για μένα θα έλεγα ότι είναι ένας γλυκός   και γόνιμος παιδεμός . Οι ανάγκη για  συγγραφή  εξακολουθεί να με παιδεύει ακόμα και  εξακολουθεί να μου χαρίζει στιγμές ικανοποίησης. Το θέμα είναι πώς  αξιοποιείται από τον συγγραφέα αυτή η ανάγκη και πού τον οδηγεί. Πόσα βήματα μπροστά έχει κάνει με την πάροδο του χρόνου , πόσο έχει βελτιώσει τα εκφραστικά και τα  αφηγηματικά  του μέσα και πόσο πιο ψηλά  βάζει  τον πήχη  κάθε φορά.

 

 

Πάντα  με ενοχλούσαν οι τεμπέλες και συνήθως  αμφισβητώ  αυτούς που παίρνουν το ελεύθερο να τις βάζουν.

 

 

7  Ένα νέο πρόσωπο που εισβάλει στον συναισθηματικό κόσμο μιας γυναίκας, πόσο εύκολα μπορεί να ανατρέψει ισορροπίες στον οικογενειακό της κύκλο; Τι χρειάζεται, κατά την γνώμη σας, να προσεχθεί ιδιαίτερα, στα εξαρτώμενα από αυτήν πρόσωπα;

 

Αυτό το νέο πρόσωπο  είτε εισβάλει  στη ζωή μια  γυναίκας είτε ενός άντρα, βρίσκει «κερκόπορτες» για να μπει, που σημαίνει πως κάτι δεν πάει καλά. Κάτι λείπει ή κάτι έχει  χαθεί σε μία σχέση . Αλλά  δεν χωρούν ημίμετρα νομίζω ούτε και μπορεί να γίνονται εκπτώσεις . Ή σκέφτεται κανείς με το μυαλό και αποκρούει τον εισβολέα ή σκέφτεται με την καρδιά και τον ακολουθεί  αφήνοντας πίσω του ανθρώπους δυστυχείς – και δεν εννοώ μόνο τα παιδιά .

 

 

 

  1. Σε κάποιο σημείο του βιβλίου σας αναφέρεστε στις «ταμπέλες» που θυροκολλά η κοινωνία στους ανθρώπους. Σήμερα με τα οργιώδη ομοφοβικά και ρατσιστικά, κάθε είδους, φανερώματα της πως αντιδράτε; Θεωρείτε πως είναι καθαρά θέμα παιδείας ή προσκρούει σε πιο σύνθετες εξιχνιάσεις;

 

Πάντα  με ενοχλούσαν οι τεμπέλες και συνήθως  αμφισβητώ  αυτούς που παίρνουν το ελεύθερο να τις βάζουν. Έμαθα να βλέπω τους ανθρώπους όπως είναι. Συμπεριφορές, ναι , με ενοχλούν όταν υποτιμούν τη νοημοσύνη μου, την αισθητική μου  ή προκαλούν την οργή μου .Ρατσισμός και ομοφοβία  δεν με αφορούν  αλλά  έχουμε πολύ δρόμο ακόμα μέχρι να φτάσουμε να αποδεχόμαστε τους ανθρώπους όπως είναι .

 

 

 

 

  1. 9. Η Μάρω, άλλη μια γυναίκα της παρέας, γράφει εν είδει ημερολογίου, τις σκέψεις της μετά από τη τέλος ενός μεγάλου έρωτα. Με τις μαύρες κουκίδες στο χαρτί τι προσπαθούμε να ξορκίσουμε πρώτα απ’ όλα; Αποτελεί, πιστεύετε, εν πολλοίς ένα μέσο μιας εφάπαξ συνδιάλεξης με τον έρωτα;

 

Η Μάρω , στις ανεπίδοτες επιστολές, βγάζει την πίκρα της , την απογοήτευσή της μετά  από τη στάση του νεαρού  αλλά και  από τη δική της στάση κυρίως. Με τον εαυτό της μοιάζει να συνδιαλέγεται περισσότερο καθώς προσπαθεί να εκτιμήσει καταστάσεις , να αναγνωρίσει τα λάθη της και να  ξαναβρεί τις ισορροπίες της .Οι μαύρες κουκίδες στο χαρτί όπως λέτε , μπορεί να  αφορούν ένα κατηγορώ,  μια εξομολόγηση , μια νοσταλγική επιστροφή σε μέρες χαράς , μια καταγραφή εμπειριών και πολλά άλλα.

Δεν ξέρω  αν  γράφοντας ξορκίζουμε κάτι , αν διώχνουμε δηλαδή από μέσα μας κάτι  που το θεωρούμε κακό. Ο συγγραφέας  εκδοχές εξετάζει και πλάθει τους ήρωές του , καταγράφει τη  στάση τους ,τις συμπεριφορές τους , τις αντιδράσεις τους , ανάλογα με την εκδοχή που υιοθετεί για μια συγκεκριμένη ιστορία.

 Όσο για τον έρωτα ,πώς μπορείς να έχεις μια  εφάπαξ ψύχραιμη συζήτηση μαζί του ; Είναι τόσο ευάλωτοι οι ερωτευμένοι και τόσο απρόβλεπτος ο έρωτας με μορφές  διαφορετικές, όσο και οι άνθρωποι που ερωτεύονται,  ώστε η συζήτηση μαζί του θα κρατήσει μια ολόκληρη ζωή . Σκεφθείτε κάποια από τα κλασικά αριστουργήματα  της λογοτεχνίας  και τη στάση διαφορετικών  ηρώων απέναντι στον έρωτα. Τι συμπεράσματα μπορεί να βγάλει κανείς και  τι επιχειρήματα να χρησιμοποιήσει ή να δεχτεί σε μια συζήτηση με τον έρωτα ;

 

 

 

10 «Λίγο πριν» τη σκέψη «λίγο μετα» την καταγραφή. Ποια συναισθήματα σας αιχμαλωτίζουν στην πορεία ενός κειμένου, είτε ενηλίκων είτε παιδικού-εφηβικού, με βάση τους παραπάνω χρονικούς προσδιορισμούς;

 

Λίγο πριν  είναι μια  κατάσταση χαράς , αγωνίας, αναζήτησης  προκειμένου  να ανοίξεις δρόμο μέσα από σημειώσεις, σκέψεις,  εικόνες  σε όλο αυτό το αποθηκευμένο υλικό που κουβαλάει μέσα του ένας συγγραφέας –είτε γράφει για έφηβους είτε για μεγάλους .Θέλει να εξοικειωθεί με το θέμα του κυρίως  για να συνεχίσει .

 Λίγο μετά , αρχίζει το δύσκολο κομμάτι : να εγκαταλείψει τους ήρωές του,  με τους οποίους πέρασε  νύχτες και μέρες μιας  δύσκολης αλλά ωραίας σχέσης , να   τους  αφήσει στα χέρια και στην κρίση του αναγνώστη αγωνιώντας για το ποια θα είναι η σχέση του μαζί τους. Θα μπορούσα ακόμη να πω πως είναι   σαν να τελειώνει μια σχέση ερωτική : χαίρεσαι όταν ζεις  τις ωραίες στιγμές  μιας σχέσης   αλλά αισθάνεσαι και μια πίκρα όταν η σχέση τελειώνει  και  αυτές οι ωραίες στιγμές , ανήκουν στο παρελθόν .

 

 

 

 

11   Αν ο χρόνος είχε ένα μεγάλο αφτί να ακούει τις σκέψεις/ ερωτήσεις των ανθρώπων τι θα τον ρωτούσατε;

 

Θα  τον ρωτούσα  πώς γίνεται να  περνάει τόσο γρήγορα !

 

 

 

12   Το συγγραφικό ταξίδι των 5 γυναικών κράτησε 2 χρόνια, το επόμενο ταξίδι έχει δρομολογηθεί;

 

Το  ταξίδι των γυναικών κράτησε περισσότερα από  δύο χρόνια τελικά και πάντα ένα επόμενο είναι στα σχέδια ενός συγγραφέα όταν νιώθει ότι έχει έτοιμες τις «αποσκευές» του .

 

Γρηγόρης Δανιήλ, για το The Look.Gr

 

 

2