Ο ποιητής Φανφάρας, από τη ταινία της Φίνος Φιλμ «Ξύπνα Βασίλη», είναι ίσως ο διασημότερος και πιο εκφραστικός ποιητής του ελληνικού κινηματογράφου.Όχι όμως ο μοναδικός.

 

Δεν είναι λίγες οι φορές που οι σεναριογράφοι ελληνικών ταινιών δημιούργησαν ποιητές – καρικατούρες με δημιουργήματα τους  απίθανα στιχάκια που έχουν καταγραφεί στη συνείδηση του κινηματογραφόφιλου κοινού. Και οι σπουδαίοι ηθοποιοί μας από τη πλευρά τους δημιούργησαν, στο κοινό, την εικόνα ότι  η ποίηση είναι παράλογη και οι ποιητές παράξενοι. Μοναδική εξαίρεση η περίπτωση του Ανδρέα Μπάρκουλη στην ταινία “Ανθισμένη Αμυγδαλιά” (1959), σε ρόλο πραγματικού ποιητή, του Γεωργίου Δροσίνη.

 

 

“Το Κόκκινο Τυρί” του Φανφάρα

Ας ξεκινήσουμε από τον «μέγιστο» ποιητή του ελληνικού σινεμά, τον Τιμολέοντα Φανφάρα, που στο «Ξύπνα Βασίλη» ενσάρκωσε μοναδικά ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος, ο οποίος και άφησε ιστορία με τις απαγγελίες του. Δημιούργημα του Δημήτρη Ψαθά σε ένα ασυνήθιστα πολιτικό έργο, της Φίνος Φιλμ, ο ρόλος του  συγκεκριμένου ποιητή, είναι η καρικατούρα ενός ποιητή, φίλου των μεγαλοαστών, φανατικού αντικομουνιστή, που μιλάει με ασυναρτησίες  απαγγέλλοντας  στίχους «δήθεν»  αλλά βασικά…ανοησίες. Χρόνια αργότερα η κόρη του Ψαθά αναφερόμενη στον ποιητή Φανφάρα, είπε μεταξύ άλλων πως ο πατέρας της σατίριζε όλους τους μοντέρνους ποιητές. Η μοντέρνα ποίηση δεν του άρεσε, γιατί δεν μπορούσε να την καταλάβει.

Το συγκεκριμένο έργο εκτός από τους ποιητές καυτηριάζει κυρίως τον μικροαστισμό, την ψευτο-ιδεολογία που διακατέχει τον Έλληνα στα δύσκολα, και πως αυτή χάνεται  όταν “πιάσει τη καλή”. Για να δικαιολογηθούν οι πολιτικές αντεγκλήσεις και οι αναφορές στην αριστερά και να πάρει άδεια προβολής η συγκεκριμένη ταινία , εν μέσω της Δικτατορίας, ξεκαθαρίζεται από την αρχή πως το στόρι εξελίσσεται στην Αθήνα του 1966.

Ανάμεσα στα άλλα ποιήματα του ο Φανφάρας απαγγέλει το «Κόκκινο τυρί», ένα βαθιά συμβολικό ποίημα: «Κόκκινο τυρί μας δώσαν – το τραπέζι όταν μας στρώσαν – κόκκινο τυρί – το κοιτάμε το συζητάμε – αλλά τέτοιο δεν μασάμε – χρώμα ωραίο, ευωδία – κι από μέσα αηδία».

 

 

Ένας ποιητής…καρδιοκλέφτης!!!

Επόμενη στάση η θεότρελη κωμωδία του Ορέστη Λάσκου «Τύφλα νάχει ο Μάρλον Μπράντο» (1963, κινηματογραφική προσαρμογή του θεατρικού έργου «Ο Καρδιοκλέφτης»). Ξεκαρδιστική κωμωδία με πρωταγωνιστή τον Θανάση Βέγγο, ο οποίος ως ποιητής Στέφανος Αυγερινός , «σέρνει» με τα ποιήματα του όλο το γυναικείο πληθυσμό στο μαγικό νησί  του Πόρου. Ντόπιες και τουρίστριες: «Απόψε, σήμερα και χθες – όλες οι πόρτες είν’ κλειστές – και γω είμαι απ’ όξω – και μες στο φάρδος το θαμπό – παίρνω αμπάρριζα να μπω – και με πετάνε ΟΞΩ – όλος ο κόσμος μ’ αγνοεί – βαρέθηκα πια τη ζωή – τους φθόνους και τα μίση – αλί αλί και τρισαλί – Φωνάχτε αμέσως τον Αλή – να με καρατομήσει!»…

Για την ιστορία το θρυλικό ριγέ μαγιό που φόραγε ο Θανάσης Βέγγος στην ταινία, εποχής …1905, αποτελούσε προσφορά ενός κατοίκου από τον Πόρο  που γυρίστηκε η ταινία και ήταν οικογενειακό του κειμήλιο. Το μαγιό  δυστυχώς καταστράφηκε στα γυρίσματα και η παραγωγή αποζημίωσε τον κάτοχο με το ποσό των 5000 δραχμών.

 

 

Το 1971 στη κωμωδία του οργανισμού Καραγιάννης – Καρατζόπουλος «Πίσω μου σ’ έχω σατανά» η Άννα Μαντζουράνη εμφανίζεται ως η ποιήτρια Δανάη Κουντουρά. Μια τρελοποιήτρια η οποία όταν καταλαβαίνει τη κούραση της από το γράψιμο «πάει στη Γαργαρέτα για συκωταριά».

 

 

Η ποίηση ως ακαταλαβίστικο λογοτεχνικό είδος

Μαθήματα για τη μοντέρνα ποίηση κάνει ο Ντίνος Ηλιόπουλος στην Αλίκη Βουγιουκλάκη  στην έγχρωμη κομεντί «Το Δόλωμα»(1964). Μεταξύ άλλων της λέει: «Αλίμονο στην ποίηση άμα αρχίζουμε και την καταλαβαίνουμε! Έτσι άντε άντε είναι η ποίηση; Να την καταλαβαίνουμε; Εκείνο που ενδιαφέρει είναι να το απαγγείλεις με μια φωνή άχρωμη, συρτή και μελαγχολικιά». Η Αλίκη από τη πλευρά της προσφέρεται να απαγγείλει  ένα ποίημα (υπαρκτό ποίημα του Ιωάννη Πολέμη, από την ποιητική συλλογή «Το παλιό βιολί»): «Ό,τι κι αν είχε τό ‘χασε, – γυναίκα, βιος, παιδιά του – Τίποτα δεν τ’ απόμεινε στερνή παρηγοριά του». Ο Ηλιόπουλος με τη σειρά του επιμένει ότι «μεγαλύτερες κοτσάνες από αυτές που υπάρχουν στη μοντέρνα ποίηση δεν γίνονται!»…

 

 

Το 1959 στη ταινία «Λαός και Κολωνάκι», ο Κώστας Χατζηχρήστος σκαρώνει ποιηματάκια για τη Ρίκα Διαλυνά και μάλιστα της τα απαγγέλει: «Φρεγάτα μου πανέμορφη – Φρεγάτα μου πανώρια – Σε βλέπουν και ζουλεύουνε – Τα άλλα τα βαπόρια – Φρεγάτα έλα πάρε με – Αχ έλα, έλα, έλα – Στην Πόλη πήγαινέ με ευθύς – Και στην κορφή κανέλα!».

 

 

Ιστορικό θα μείνει και το ποίημα του Γιάννη Βογιατζή που τον βλέπουμε να απαγγέλει στο γάτο του (στη ταινία της Φίνος Φιλμ «Ο Μικές παντρεύεται»): «Γατάκι μου γατένιο – Γατάκι μου γατίσιο – Πια κόλπα μη μου κάνεις – Γατάκι εγεννήθηκες – Και γάτος θα πεθάνεις!».

 

 

Οι ποιητές που ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα την Αλίκη Βουγιουκλάκη

Ο Κώστας Βουτσάς στο μιούζικαλ του Γιάννη Δαλιανίδη «Η Ψεύτρα» εκφράζει τον έρωτα του προς την Αλίκη με στίχους κλεμμένους από στιχάκια ημερολογίου ενώ ο Γιώργος Κωνσταντίνου στα «Χτυποκάρδια στο θρανίο» ερωτεύεται κεραυνοβόλα τη Βουγιουκλάκη και επιχειρεί να της απαγγείλει κάποιους στίχους του Πέρση ποιητή Σααδί: «Αγάπη μου, αγάπη μου – Μη μου ζητάς να σε κοιτώ μέσα στα μάτια – Γιατί τα μάτια σου είναι άβυσσος – Και όταν τα κοιτάζω – Φοβάμαι μήπως ζαλιστώ και πέσω μες στην άβυσσο…».

 

 

Κάπως έτσι ο Ελληνικός κινηματογράφος παρουσίασε τη ποίηση και τους ποιητές. Τη ποίηση ως ακαταλαβίστικο λογοτεχνικό είδος  και τους ποιητές ως ανθρώπους που προσπαθούν να φανούν «κάποιοι» απαγγέλλοντας  ηχηρές ανοησίες…

 

 

8