“Η προσωρινότητα αποτέλεσε πάντοτε εσωτερική μου επιλογή. Γι’ αυτό φρόντιζα να ακυρώνω σιωπηλά όλες τις επιτυχίες που είχα κατά καιρούς…Πάντοτε περαστικός. Μου αρέσει η έκφραση και δεν διστάζω να την επαναλαμβάνω”.

Ο Κώστας Βρεττάκος γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε σκηνοθεσία κινηματογράφου στην Αθήνα και τη Ρώμη. Εκδότης για 16 χρόνια στα Τρία Φύλλα. Διετέλεσε επιμελετής εκδόσεων, διαφημιστής, φωτογράφος, δημοσιογράφος και ποιητής (δύο ποιητικές συλλογές “Ανάριθμα”, 1971 και “Ανάριθμα Β'”,1977). Το 1989 εργάστηκε ως σύμβουλος κινηματογραφίας του ΥΠ.ΠΟ, ενώ για την 7ετία 1991-1998 υπήρξε πρόεδρος του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου. Έχει τιμηθεί για το βιβλίο του “Ασκήσεις Περιέργειας” με το βραβείο Μυθιστορήματος της Ακαδημίας Αθηνών.

 

 

Ένα άκρως συνοπτικό βιογραφικό για μια πολυσήμαντη προσωπικότητα που η αύρα της μαγνητίζει. Ο ξεχωριστός Κώστας Βρεττάκος έρχεται σε μια αποκλειστική συνέντευξη στο The Look.Gr  με αφορμή την πρόσφατη κυκλοφορία  του βιβλίου του “Προστιθέμενη Αξία” από τις εκδόσεις Πόλις, που είναι μια επετειακή ανασκόπηση της ζωής του ποιητή. Άλλωστε όπως μας “εξηγεί” κι ο ίδιος: “Η ποίηση δεν προσφέρεται σε επιπόλαιες συγκινήσεις. Σκέψεις καταγράφει, πικρές κι αισιόδοξες συχνά. Θνήσκοντα αισθήματα Αναλαμπές αισιοδοξίας διαπιστώσεις ήττας”.

 

1.  Παρόλο που είστε ένας πολυπράγμων άνθρωπος δηλώνετε στον πρόλογο του βιβλίου σας πραγματικά ανεπάγγελτος. Καμιά συντεχνία δεν με κατέγραψε στην επετηρίδα της». Τι όμορφα ακούγεται αυτό και πόση ελευθερία περιέχει! Που πιστεύετε όμως πως θα σας καταχωρίσουν οι κατοπινοί;

 

Ο ίδιος δεν δήλωσα ποτέ πολυπράγμων. Με φοβίζει η λέξη με το συνθετικό πολύ…. Άλλο πράγμα η πολυπραγμοσύνη, κι άλλο η ιδιότητα του ανεπάγγελτου. Τώρα που αγγίζω το προσδόκιμο, προτιμώ να συμμετέχω στα δρώμενα με την ιδιότητα του «εκτός συναγωνισμού». Είναι μια έκφραση που χρησιμοποιείται για τις ανεπίσημες συμμετοχές στον αθλητισμό. Αποφεύγω έντεχνα να δηλώσω ακόμη και το αγώνισμα στο οποίο συμμετέχω. Δεν δήλωσα φωτογράφος, σκηνοθέτης, μυθιστοριογράφος, ή ποιητής. Μιλώ για τοπία, για αόριστες μυθιστορίες, για ποιητικές προσεγγίσεις. Αποτελεί μια διάσταση απόλυτης ελευθερίας, ζηλευτής “όπως την ονομάζετε, αλλά όχι απόλυτα νόμιμης με τα υπάρχοντα μέτρα. Την προτιμώ όμως γιατί μου επιτρέπει να αδιαφορώ για το, αν και με ποιο τρόπο, κάποια στιγμή θα περιληφθώ σε κατατακτήριες λίστες.

 

 

 

2.  Αναφέρετε πως το βιβλίο σας «Προστιθέμενη αξία», είναι μια επετειακή έκδοση για να γιορτάσετε τα ογδόντα σας χρόνια. Μιλήστε μας λίγο διεξοδικά για το πως πήρε σάρκα και οστά αυτό το εγχείρημα.

 

Θα ήθελα να είναι επετειακό, όπως το λέτε, (αυστηρά οικογενειακό θα προσέθετα), αλλά δεν είναι! Δεν πρόκειται για την περιορισμένη έκδοση που είχα φανταστεί. Εκτίθεμαι στη δημόσια κρίση ανακυκλώνοντας υλικά έξι δεκαετιών σε έναν διαρκή ενεστώτα χρόνο. Η «Προστιθέμενη αξία» είναι προϊόν αυτοσχεδιασμού. Προέκυψε τυχαία από την δημιουργική περιέργεια ενός εκδότη, που εμπιστεύτηκε την έμπνευση ενός ογδοντάχρονου φίλου του. Αυτή είναι και η προστιθέμενη αξία της έκδοσης.

 

Εικόνα πρώτη, Δεκέμβρης του 1944. Στους ώμους του πατέρα μου Νικηφόρου, την νύχτα της απελευθέρωσης από την γερμανική κατοχή στην πλατεία Συντάγματος. Ανεμίζω κι εγώ τη σημαία με το σφυροδρέπανο.

 

3.  «Δε διαθέτω προσωπικό αρχείο. Ως συλλέκτης μνήμης προφανώς λειτούργησα». Αν σας ζητούσα 5 ενσταντανέ της ζωής σας που μένουν ανεξίτηλα στη μνήμη σας, ως φορτίο παντοτινό, ποια θα ήταν;

 

Απειλούμαι από τα εισαγωγικά! Η ανακριτική μέθοδος σας είναι εξαιρετικά μεθοδική. Θέλετε να ξεψαχνίσετε τις γεροντικές μου προθέσεις χρησιμοποιώντας αποσπάσματα σκέψεων, νεανικών η πρόσφατων που περιέχονται στον πρόλογο “Της προστιθέμενης αξίας”. Να ξυπνήσετε εικόνες καταχωνιασμένες επιμελώς στις κρύπτες της μνήμης μου, παραβιάζοντας το απόρρητο τους, παρ’ ‘ότι γνωρίζετε πως υπάρχουν μυστικά που δεν δημοσιοποιούμε ποτέ. Δεν θα αναφερθώ σε πέντε σημαδιακά γεγονότα όπως μου ζητάτε, γιατί μου είναι δύσκολο να ξεσκαρτάρω τις τελευταίες μου αμφιβολίες. Θα περιοριστώ μόνο σε δύο. Τα χωρίζουν μόνο λίγοι μήνες. Εικόνα πρώτη, Δεκέμβρης του 1944. Στους ώμους του πατέρα μου Νικηφόρου, την νύχτα της απελευθέρωσης από την γερμανική κατοχή στην πλατεία Συντάγματος. Ανεμίζω κι εγώ τη σημαία με το σφυροδρέπανο. Εικόνα δεύτερη. Λίγους μήνες αργότερα, παιδί ασυνόδευτο, ανηφορίζω την λεωφόρο Αλεξάνδρας μαζί με χιλιάδες κόσμο. Οι πολιτικοί κρατούμενοι στις φυλακές Αβέρωφ ανεμίζουν τα σεντόνια τους από τα κάγκελα. Το γήπεδο του Παναθηναϊκού γεμίζει. Κοπέλες σχηματίζουν με λουλούδια την λέξη Καισαριανή. 0 κόσμος γονατίζει. Η φωνή του διασχίζει σαν ποτάμι το κέντρο της Αθήνας. «Επέσατε θύματα αδέρφια εσείς». 

 

 

4.  «Σε άσυλο λησμοσύνης περιδιαβαίνω…», στίχος από νεανικό σας ποίημα. Γιατί αυτή η έκδηλη αγωνία στο αιμοχαρές παιχνίδι μνήμης και λήθης σας απασχόλησε από τόσο νωρίς.

 

Νομίζω πως έχω απαντήσει. Η αποστρατεία της γενιάς μου έγινε με συνοπτικές διαδικασίες, αλλά το ξέπλυμά της κράτησε τρεις δεκαετίες. Το τέλος της δικτατορίας μάς βρήκε θλιβερά ανάπηρους με παράσημα χωρίς αντίκρυσμα.

Το γεγονός ότι μετά από εξήντα χρόνια ανακυκλώνω διαπιστώσεις της νεότητας μου και σταματάω μπροστά στο ίδιο μετέωρο «και…», φανερώνει ότι υπάρχει ακόμη κάποια ανεξόφλητη υποχρέωση. Λογαριασμός που δεν θα κλείσει ποτέ. Τα σκληρά παιχνίδια των επιλογών ή παίζονται πολύ νωρίς, η παρασιωπούνται για πάντα.

 

Το απελπιστικά μικρό κοινό του σημερινού ποιητικού λόγου, είναι αποτέλεσμα της μηδενικής του χρηματιστηριακής του αξίας.

 

5.  Ζώντας σ’ ένα ποιητικά περιβάλλον δηλώνετε πως υπήρξατε κυρίως αναγνώστης. Σήμερα τα ποιητικά χείλη είναι πολλά κι αντίστοιχα το κοινό της λιγοστεύει. Που πιστεύετε ότι οφείλεται αυτή η αναντιστοιχία σε σχέση με το παρελθόν;

 

Φοβάμαι πως δεν νομιμοποιούμαι να απαντήσω στο ερώτημα σας, Δεν γνωρίζω καλά τη σημερινή γλώσσα των αναγνωστών. Σήμερα υπάρχουν άπειρες πληροφορίες αλλά απουσιάζει η μυθολογία. Προσωπικά πιστεύω, πως δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει τη λογοτεχνία όταν δεν διαβάσει έγκαιρα τον « Ροβήρο τον κατακτητή» του Ιουλίου Βερν και τον «Μόγλη» του Κίπλινγκ. Εγώ, δυστυχώς, τώρα μόνο το ρόλο του παλιατζή μπορώ να παίξω. Έχω παλιομοδίτικες απόψεις. Ποίηση που δεν αποστηθίζεται και δεν απαγγέλεται, δεν είναι ποίηση. Το απελπιστικά μικρό κοινό του σημερινού ποιητικού λόγου, είναι αποτέλεσμα της μηδενικής του χρηματιστηριακής του αξίας. Αποτελεί μέρος μιας παιδείας που ατρόφησε και δεν συμβάλλει πια στην διαμόρφωση και την ανάπτυξη της σύγχρονης σκέψης. Κάποτε, κωδικοποιούσε αισθήματα και ανθρώπινες συμπεριφορές. Σήμερα είναι ένα απλό προϊόν που λειτουργεί με τους κανόνες πνευματικού σούπερ-μάρκετ.

 

 

6.  Ένα σας ποίημα τιτλοφορείται «Παραλείψεις». Με αφορμή τον τίτλο αλλά και το θέμα του ποιήματος, πιστεύετε πως έχετε κάνει κάποια σημαντική παράλειψη στη ζωή σας;

 

Μόνο μία; Μια σειρά από παραλείψεις συνθέτουν το βιογραφικό μου. Σημαντικές ή ασήμαντες, έχουν δημιουργήσει τόσα κενά που όσο κι αν τρέχω δεν προλαβαίνω να τα κλείσω. Αν έπρεπε να προχωρήσω σε μια αναγκαστική ανθολόγηση  του βίου μου θα παρέπεμπα σ’ αυτό το ολιγόστιχο ποίημα. Σε λίγες φράσεις ολοκληρώνεται ο κύκλος της ζωής των προσωπικών μου παραλείψεων. «Πάντα πριν από την αναχώρηση ξεχνάμε πράγματα στοιχειώδη κι απαραίτητα…, πράγματα από καιρό ετοιμασμένα. Πάνω στο ράφι, πάνω στο τραπέζι, ακόμη και στο πάτωμα ριγμένα, πράγματα στοιχειώδη. Απαραίτητα για το ταξίδι».

 

 

7.  «Καλύτερα η αιχμαλωσία στο λιμάνι από την περιπλάνηση…. έτσι κι η Ελευθερία αποχτάει κάποιο νόημα». Ποιο είναι το νόημα της ελευθερίας και σε ποιες φάσεις της ζωής σας νιώσατε περισσότερη ασφάλεια στο λιμάνι απ’ ό,τι στ’ ανοιχτά;

 

Ελευθερία είναι δυνατότητα της ανεμπόδιστης επιλογής. Όταν μπορείς ανεπηρέαστα να μετράς και να ξαναμετράς τις δυνάμεις σου από την αρχή. Κάθε νέα εκκίνηση περνάει από το αναγκαστικό σκοτάδι της απομόνωσης. Χωρίς δεσμεύσεις και ψυχικούς καταναγκασμούς. Δίχως προαπαιτούμενα και άχρηστους βιασμούς για την νομιμοποίηση της χειραφέτησης που δικαιούσαι. Δεν είναι λίγες οι φορές που αναμετριόμαστε με τις αντοχές μας. Η παρανομία αποτελεί μέρος της κουλτούρας μας. Ο συμβιβασμός καραδοκεί σε κάθε μας βήμα. Πόσες συναλλαγματικές δεν έχουμε υπογράψει άθελα μας.

 

Η νοσταλγία δεν αποτελούσε ένα σοβαρό κίνητρο για την επιστροφή μου στους χώρους που κάθε φορά εγκατέλειπα. Μου έφτανε να βγάλω για λίγο το κεφάλι έξω από το νερό.

 

8.  Ο Νικηφόρος Βρεττάκος στην ύστατη συλλογή του, «Συνάντηση με τη θάλασσα», αναφέρει σε κάποιο ποίημα της «Ανεβαίνοντας στις κορφές -να πλησιάσω τον ουρανό – και μιλώντας διαρκώς για βουνά, σε αδίκησα». Εσείς ποια καλλιτεχνική σας υπόσταση νιώθετε πως έχετε αδικήσει.

 

Αυτή που δεν γνώρισα ποτέ!  Δεν αδίκησα καμία. Οι επιλογές μου υπήρξαν συχνά ευκαιριακές. Ακολουθώντας ίσως στόχους που δεν απαιτούσαν καμιάν ισχυρή αφοσίωση. Γι’ αυτό και τους εγκατέλειψα με τόση ευκολία. Δίχως πρόσθετες τύψεις, πέρα από τον πρόσκαιρο αποπροσανατολισμό της αλλαγής. Νομίζω πως κανείς δεν με υποχρέωσε να παρατήσω τις πνευματικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες με τις οποίες ευκαιριακά, όπως φαίνεται, ασχολήθηκα. Θυμάμαι την ειλικρινή απορία του σπάνιου ανθρώπου Τάκη Λαμπρία, όταν ξαφνικά του ανήγγειλα ότι δεν με ενδιέφερε να συνεχίσω το δημοσιογραφικό επάγγελμα. Δεν νομίζω πως με πίστεψε! Η νοσταλγία δεν αποτελούσε ένα σοβαρό κίνητρο για την επιστροφή μου στους χώρους που κάθε φορά εγκατέλειπα. Μου έφτανε να βγάλω για λίγο το κεφάλι έξω από το νερό. Η έλλειψη φιλοδοξίας αποτελεί συχνά μια εσωτερική παραίτηση που δεν ελέγχεται. Θα μπορούσα ίσως να γίνω ένας επιτυχημένος τυχοδιώκτης.

 

 

9.  «…θα βρεις κάτι από τη γεύση εκείνου που ακόμη εξακολουθείς ακόμη ν’ αποκαλείς Ελλάδα». Ποιες «γεύσεις» πιστεύετε πως χάθηκαν στην σημερινή Ελλάδα.

 

Με τις εύστοχες ερωτήσεις σας με παρασέρνετε σε εύκολες σοφιστίες. Προς όφελος των αναγνωστών φυσικά που έχουν ανάγκη από μια ζωντανή κουβέντα. Ακούγοντας ή διαβάζοντας σήμερα τα λόγια ενός γραφικού ογδοντάρη που μιλάει για ποίηση, δεν νομίζω πως περιμένουν να ακούσουν κάτι που να επανακαθορίζει θετικά την άποψη που έχουν η δεν έχουν σχηματίσει γι αυτήν. Αυτό είναι έργο “των μελλοντικών δασκάλων” όταν θα ξαναγραφτεί από την αρχή το ωρολόγιο πρόγραμμα. Όταν αναφερόμαστε σε γεύσεις πνευματικές προσπαθούμε να αναστηλώσουμε εικόνες και ορισμούς που έχουν εκλείψει. Ο τσίγκινος μαστραπάς της Μονής του Φιλοσόφου ο δεμένος με αλυσίδα από τη ρίζα του αιωνόβιου πλάτανου, προσφέρει την γεύση της γάργαρης μνήμης. Και οι εικόνες συλλαβίζοντας αρκεί ν’ ανακαλύψουμε το μέτρο, όπως οι ανώνυμοι στιχουργοί ανακάλυψαν τον δεκαπεντασύλλαβο.

 

Οι επιλογές μου είναι φανερό πώς λιγοστεύουν. Είμαι εκτός εποχής. Δεν έχω ούτε καν την πολυτέλεια του μεσοπρόθεσμου προγραμματισμού.

 

10.  Πως γίνεται σε ένα κόσμο που νοιάζεται μονάχα για το ναι, η όποια ανθρώπινη ενοχή να σε ακολουθεί ισόβια; Στη δεσμευτική επιλογή του ναι οφείλονται οι ενοχές που κουβαλάμε;

 

Ο δρόμος του ναι είναι ο κανόνας. Αυτός διαμορφώνει το τοπίο στο οποίο ζούμε. Η άρνηση του το μόνο που παράγει είναι ένα περίσσευμα ενοχής. Είναι απρόβλεπτη σαν το αντιμάμαλο και δεν ξέρεις που θα σε βγάλει. Ο χρόνος της ανθρώπινης ζωής δεν προσφέρεται στην πολυτέλεια των αναθεωρήσεων. Μικροδιευθετήσεις γίνονται. Μερεμέτια.

 

11.  Σε ποια πράγματα στη ζωή σας βάζετε προστιθέμενη αξία;

 

Σε όσα μου επιτρέπεται και σε όσα μπορώ. Οι επιλογές μου είναι φανερό πώς λιγοστεύουν. Είμαι εκτός εποχής. Δεν έχω ούτε καν την πολυτέλεια του μεσοπρόθεσμου προγραμματισμού.

 

 

12.  Κλείνουμε τώρα την κουβέντα, έχοντας μόνο στο μυαλό μας την ευοίωνη προοπτική και τη συνεχίζουμε σε δυο χρόνια. Τι θα ‘χει αλλάξει τότε στον Κώστα και τι στον συγγραφέα Κ. Βρεττάκο.

 

Δεν χρειάζεται να περιμένετε δυο χρόνια. Όταν έλαβα την πρόσκληση σας είχα μεταφερθεί ήδη στα επείγοντα περιστατικά του Αιγινίτειου νοσοκομείου. Από δω και μπρος όλοι οι προγραμματισμοί μου είναι σχετικοί. Οι αλλαγές δεν μας προειδοποιούν.

– Σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να πραγματοποιήσω μια τόσο ενδιαφέρουσα κουβέντα. Θα χαιρόμουν αν μετά από δύο χρόνια ήμουν σε θέση να δεχτώ μια νέα ευγενική σας πρόσκληση.

– Σας ευχαριστώ πάρα πολύ κι εγώ με τη σειρά μου κ. Βρεττάκο. Ήταν τιμή μου αυτή η συνέντευξη. Η πρόσκληση ισχύει για όποια στιγμή θελήσετε να μοιραστείτε μαζί μας τον σπάνιο λόγο σας. Να ‘στε πάντα καλά.

 

Το βιβλίο του Κώστα Βρεττάκου “Προστιθέμενη Αξία”, κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Πόλις

 

 

8