“Ύστερα από ένα τραυματικό βίωμα η Άννα, μια νεαρή κοπέλα της μεγαλοαστικής αθηναϊκής κοινωνίας στα χρόνια του Όθωνα, διορίζεται δασκάλα σε ένα ορεινό χωριό της Ρούμελης. Λίγο πριν από το ξεκίνημα της καινούριας της ζωής, συναντά μια ηλικιωμένη μάντισσα που την προειδοποιεί για τον θανάσιμο κίνδυνο που παραμονεύει στον τόπο προορισμού της…Μια θρυλική υπόθεση πάθους και φονικού, που ενέπνευσε ποιητές και συγγραφείς του προηγούμενου αιώνα και εκδικάστηκε στο Κακουργιοδικείο Μεσολογγίου. Η δικογραφία φυλασσόταν μέχρι το 1957 στο Εφετείο Πατρών, οπότε και εξαφανίστηκε μυστηριωδώς”. 

Με αφορμή το τελευταίο της βιβλίο, το The Look.Gr συνάντησε την επιτυχημένη συγγραφέα Γιώτα Γουβέλη και μιλήσαμε για το ιδιαίτερο ιστορικό της μυθιστόρημα “Το Δάκρυ της Μάντισσας”, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα.

Άμεση και πρόσχαρη μας μίλησε για τις δυσκολίες που συνάντησε κατά τη συγγραφή, για τον έρωτα που κατακλύζει τις σελίδες του βιβλίου και υποδουλώνει τους ήρωές του, αλλά και για τα άμεσα σχέδια της. 

 

  1. Πως ξεκίνησε η ιδέα της συγγραφής του συγκεκριμένου βιβλίου;

Κατέστρεψα με delete δύο μυθιστορήματα που τα είχα προχωρήσει αρκετά πριν ξεκινήσω “Το δάκρυ της μάντισσας”. Προφανώς κυριαρχούσε στη σκέψη μου αυτή η ιστορία που είχα ακούσει παιδί στα μέρη μου.  

 

 

  1. Παρατηρώντας τις λεπτομέρειες με τις οποίες διανθίζετε το βιβλίο σας, βλέπει κανείς μια πιστή απεικόνισης της αθηναϊκής κοινωνίας από τη μία και της ελληνικής επαρχίας από την άλλη στα χρόνια του Όθωνα. Πόσο δύσκολη ήταν η αναπαράσταση αυτής της περιόδου; Ποιο ήταν το στοιχείο που σας ταλαιπώρησε περισσότερο; Και τελικά ποιος είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος που ελλοχεύει σε ένα ιστορικό μυθιστόρημα;

Η ανασύσταση μιας εποχής είναι όντως δύσκολη αλλά απείρως γοητευτική. Αφιερώνω πολύ χρόνο για να βρω τις πληροφορίες αλλά και τις λεπτομέρειες  όπως λέτε που θα μου επιτρέψουν να μεταφερθώ μαζί με τον αναγνώστη μέσα στο χρόνο και να ζήσω τις εμπειρίες των ηρώων μου σα να ήμουν εκεί. Το πιο δύσκολο κομμάτι δεν ήταν τόσο τα πραγματολογικά στοιχεία όσο η νοοτροπία και η οπτική των ανθρώπων που ζούσαν τότε, είτε στην Αθήνα είτε στην ελληνική ύπαιθρο. Χρειάστηκε να ανατρέξω στους συγγραφείς του 19ου αιώνα για να μπω μέσα στην ψυχολογία της εποχής. Πάντως ήταν ένα τρομερά ενδιαφέρον  ταξίδι μέσα στο χρόνο.

 

 

  1. Μία από αξίες που θίγονται από τις αρχές του βιβλίου είναι το ζήτημα της Τιμής, που μέχρι πρότινος έπαιζε κομβικό ρόλο στη ζωή του Έλληνα. Θεωρείτε πως η Παιδεία την εξάλειψε ή πιστεύετε πως οι ιστορικές φάσεις της ζωής είναι αυτές που θάβουν ή επαναφέρουν ζητήματα όπως αυτό;

Η υπόθεση εκτυλίσσεται σε μια κομβική φάση της ελληνικής ιστορίας. Είναι η στιγμή που οι ευρωπαίοι βασιλείς  Όθων και Αμαλία φέρουν τα καινούργια ήθη σε μια χώρα καθηλωμένη επί αιώνες στην οθωμανική αντίληψη ζωής. Η στιγμή που ο Έλληνας στρέφει επιτέλους το βλέμμα του στην Ευρώπη και καλείται να αλλάξει. Ο ήρωάς μου είναι ένας χαρακτηριστικός άντρας της ελληνικής επαρχίας της εποχής, με την ενδόμυχη αντίληψη πως η γυναίκα είναι νοητικά ένα κατώτερο είδος και χρειάζεται την καταπιεστική προστασία του άντρα. Ωστόσο, είναι εγγράμματος και αρκετά ανοιχτόμυαλος ώστε να μπορεί σιγά-σιγά να αμβλύνει τις αιχμές με τη βοήθεια της γυναίκας που μπαίνει στη ζωή του. Ωστόσο, η διαδικασία αυτή κρατάει σχεδόν ως τις μέρες μας, ο Έλληνας δύσκολα αποτινάσσει εντελώς τη νοοτροπία του Ανατολίτη.

 

 

  1. Οι λαϊκές δοξασίες και οι συμβατικότητες της υπαίθρου, που αντιμετωπίζει η αναθρεμμένη με το ευρωπαϊκό μοντέλο ηρωίδα σας, «υποκλίνονται» μόνο στη δύναμη του πάθους. Τελικά πιστεύετε ότι το πανανθρώπινο αίσθημα του Έρωτα σε όλες τις εποχές είναι αυτό που ξεκλειδώνει και τις πιο δύσκολες καταστάσεις;

Πράγματι, ύμνος στο μεγαλείο του  Έρωτα ξεπηδά από τις σελίδες του βιβλίου μου, ανάμεσα στους αγώνες και στις αγωνίες των ηρώων για επιβίωση και προκοπή. Η εξευγενισμένη δασκάλα της Ρίζας είναι έτοιμη να ενστερνιστεί ως πολύ ανώτερες τις απαρχαιωμένες συνήθειες και τα ήθη του χωριού, σε σχέση με δική της ευρωπαϊκή ανατροφή. Εκεί που χτυπάει δυνατά η καρδιά της, εκεί που βρίσκεται ο έρωτάς της, εκεί θέλει να ζει, όπου όλα της φαίνονται εξαίσια. Και η Μαρίτσα, ξεσηκωμένη από τη θέρμη του πάθους των παλληκαριών  τριγύρω της, αφήνεται να παρασυρθεί στο ερωτικό παιχνίδι άκριτα, αδιάφορη για τις συνέπειες. Ακόμα κι ο Νάσος, χάρη στη δύναμη του έρωτα λειαίνει σιγά-σιγά τις αιχμές της προσωπικότητάς του. Ο έρωτας περνά από την ψυχή και καταφέρνει όσα το μυαλό αδυνατεί. Άλλωστε, στη δύναμή του υποκλίθηκαν λογοτεχνικά όλοι οι σπουδαίοι συγγραφείς, από την αρχαιότητα έως σήμερα.  

 

 

  1. Παρατηρεί κανείς ότι με εμβόλιμα αφηγηματικά τεχνάσματα δρομολογείτε ή προϊδεάζετε για τις επικείμενες καταστάσεις, όπως το παράδειγμα της τσιγγάνας που διαβάζει το χέρι της Άννας. Μιλήστε μας λίγο για τις μεθόδους αφήγησης στα βιβλία σας και πόσο συχνά μεταχειρίζεστε διαφορετικές τεχνικές αφήγησης;

Εδώ πρόκειται για αληθινή ιστορία, οπότε η εξέλιξη των καταστάσεων ήταν προκαθορισμένη από τη ζωή (ή τη Μοίρα), που στην προκειμένη περίπτωση την προσωποποιώ στη μορφή της τσιγγάνας. Δεν είμαι φιλόλογος  για να μπορώ  να ταξινομήσω επαρκώς τις τεχνικές στις οποίες αναφέρεστε, απλά η φαντασία μου επινοεί τρόπους για να αποδώσω κάθε φορά την ιδέα μου. Για παράδειγμα, πιστεύω πως η ζωή έχει για τον καθένα μας το όραμά της κι αυτό το απέδωσα με την ενόραση της μάντισσας.  

 

 

  1. Συμπληρώνοντας κάπως την παραπάνω ερώτηση, οι μαθηματικές σας σπουδές πως σας βοηθούν στη συγγραφή;

Ως μαθηματικός κρατάω σημαία μου τα λόγια του Αϊνστάιν: “Η φαντασία είναι πιο σημαντική από τη γνώση. Η γνώση είναι περιορισμένη, η φαντασία περικυκλώνει τον κόσμο. Το σημαντικό είναι να μην σταματήσεις να κάνεις ερωτήσεις. Η περιέργεια έχει το λόγο της που υπάρχει.” Ακριβώς αυτό κάνει η λογοτεχνία. Μέσω μιας φανταστικής ιστορίας θέτει ερωτήσεις. Έτσι, αναγνώστες και συγγραφείς αναγκάζονται να ενεργοποιήσουν τη σκέψη τους και μάλιστα μέσα από μια άκρως απολαυστική διαδικασία. Καταλαβαίνουμε τη ζωή και τον κόσμο καλύτερα μέσα από τη λογοτεχνία, μας εξελίσσει και μας παρηγορεί.

 

 

  1. Ο Οδυσσέας Ελύτης αναφερόμενος στη συγγραφή λέει σε κάποιο χωρίο: «Η Αλήθεια βγαίνει χυτή σαν νεόκοπο άγαλμα, μόνο μέσ’ από τα καθάρια νερά της μοναξιάς. Και η μοναξιά της πένας είναι η πιο μεγάλη». Τελικά πόσο μόνος είναι ο συγγραφέας; Πιστεύετε κι εσείς στη δημιουργική μοναξιά του καλλιτέχνη;

Η ποίηση είναι, κατ’ εμέ, η ύψιστη μορφή της λογοτεχνίας, συμπυκνώνει σε περιορισμένες λέξεις την ιδέα, τη φαντασία, το συναίσθημα. Θεωρώ πως ένας ποιητής έχει ανάγκη από βαθιά ενδοσκόπηση για να βγάλει το απόσταγμα της  αλήθειας του και αυτό προϋποθέτει τη μοναξιά στην οποία αναφέρεστε. Όμως, οι ώρες μοναξιάς είναι πολύτιμες για κάθε άνθρωπο, είτε είναι καλλιτέχνης είτε όχι. Όλοι μας χρειαζόμαστε ενίοτε τη σιωπή του περίγυρου για να ακούσουμε το εσωτερικό μας αφήγημα. Καμία σχέση βέβαια με τη μοναξιά υπό την έννοια της απομόνωσης από τη ζωή και τους ανθρώπους.

 

 

  1. Σε παλιότερη σας συνέντευξη είχατε δηλώσει ότι: Φύση και Ζωή πάνε χέρι χέρι. Και πράγματι αυτό είναι έκδηλο στα βιβλία σας. Τι είναι όμως αυτό που σπάει αυτή την ένωση στη σύγχρονη καθημερινότητά μας;

Η ανάγκη να τιθασεύσει ο άνθρωπος τη Φύση προκειμένου να επιβιώσει δεν σημαίνει πως θα επιβιώσει αν δεν την σεβαστεί. Η άγνοια και η ανθρώπινη απληστία σπάνε αυτό το δεσμό, αλλά θεωρώ πως έχει γίνει πια συνείδηση στις σύγχρονες κοινωνίες η οικολογική αντίληψη.

 

 

  1. Τα χρόνια της Κρίσης αναντίρρητα επέφεραν μια επαναξιολόγηση πραγμάτων και καταστάσεων. Πώς καθόρισε κι αν, η Κρίση τη συγγραφική σας πορεία;

Αρνούμαι να ασχοληθώ με την Κρίση στα βιβλία μου, δεν θεωρώ πως έχω ικανή χρονική απόσταση για να συλλάβω όλη την εικόνα, η επικαιρότητα είναι δουλειά των δημοσιογράφων και των χρονικογράφων. Βεβαίως, υπάρχουν συγγραφείς που μπορούν να δουν με καθαρή ματιά τα τεκταινόμενα, αλλά εμένα δεν με γοητεύει αυτή η διαδικασία, θέλω να ανεβαίνω ένα σκαλί πιο πάνω από το πεδίο δράσεως όταν γράφω, για να το παρατηρώ στην ολότητά του. Ωστόσο, η Κρίση είναι κάτι που μας προέκυψε και δεν ωφελεί να μεμψιμοιρούμε. Η παγκόσμια Ιστορία είναι γεμάτη ανατροπές αλλά η ανθρωπότητα πάντα προχωρούσε μπροστά με περισσότερη γνώση και τόλμη.

 

 

  1. Σε σας πώς εξελίσσεται το στήσιμο ενός βιβλίου, ποια στάδια περνάτε ως συγγραφέας από την πρώτη ιδέα μέχρι  την υλοποίηση του;

Κάθε βιβλίο είναι διαφορετικό. Συνήθως, τον περισσότερο χρόνο τον ξοδεύω δουλεύοντας την υπόθεση στο μυαλό μου και ψάχνοντας τις πηγές. Οι ιδέες και η πλοκή συνεχώς αλλάζουν, ώσπου να νιώσω έτοιμη να τους δώσω σάρκα και οστά. Όσο πιο έτοιμη είμαι γι’ αυτό που γράφω τόσο πιο γρήγορα μου βγαίνει και κυλάει αβίαστα. Όμως, “Το δάκρυ της μάντισσας”  ήταν πραγματική ιστορία κι αυτό που χρειαζόταν από μένα ήταν να αποδώσω τα πρόσωπα και τις καταστάσεις πειστικά ώστε να οδηγηθούν νομοτελειακά στα γεγονότα που έλαβαν χώρα. Το βάρος λοιπόν εδώ έπεσε στη σκιαγράφηση των χαρακτήρων και της εποχής.

 

 

  1. Συγγραφέας και κοινωνικά δίκτυα. Αυτή η διαδικτυακή επαφή των τελευταίων χρόνων φέρνει πιο κοντά τον συγγραφέα με τον αναγνώστη και λειτουργεί πολύ επιτυχημένα ειδικά σε νέους συγγραφείς. Σε εσάς πώς λειτουργεί;

Γενικά, οι αποστάσεις ανάμεσα στους ανθρώπους μειώνονται πια συνεχώς. Αυτή είναι η καινούργια πραγματικότητα που δημιούργησε η Ηλεκτρονική Επανάσταση, η Εποχή της Πληροφορίας. Προσωπικά, χαίρομαι την επαφή με τους αναγνώστες, τα σχόλιά τους, τα συναισθήματά τους για τα βιβλία μου, την κριτική τους. Είναι μια ζωντανή διαδραστική διαδικασία πολύ ενδιαφέρουσα. Από την άλλη, το έργο του συγγραφέα πρέπει να λειτουργεί αυτόνομα, να μην τον “βλέπει” ο αναγνώστης ανάμεσα στις γραμμές.

 

 

  1. Η έκδοση ενός βιβλίου είναι τρόπον τινά και λήξη μια μάχης. Τα όπλα της επόμενης έχουν ήδη βρεθεί ή απολαμβάνετε μέχρι στιγμής τις γλυκές μέρες μιας συγγραφικής εκεχειρίας;

Πολύ ποιητικά το θέτετε κι έτσι ακριβώς είναι. Προς το παρόν χαίρομαι το καλοκαιράκι. Η ιδέα για το επόμενο θα έρθει να με βρει μόνη της όταν έρθει η στιγμή της.

 

Διαβάστε επίσης το σχετικό άρθρο της έκδοσης του βιβλίου “Το δάκρυ της μάντισσας” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα

Γιώτα Γουβέλη «Το δάκρυ της μάντισσας» από τις εκδόσεις Διόπτρα

 

 

1