Λόγω της ιδιαίτερα θερμής ανταπόκρισης του κοινού, η παράσταση «Η Σαμάνθα και ο Μαξ στο βυθό της ασφάλτου» συνεχίζεται στο θέατρο Vault και είναι πολύ φυσικό, αφού πρόκειται για μια αλληγορική σκοτεινή ιστορία του Άκη Δήμου που σκηνοθετεί άψογα ο Θοδωρής Αντωνιάδης με ροκ διάθεση και κινηματογραφική προσέγγιση.

 

Κριτική – Παρουσίαση: Γιάννης Ζαμπατής

 

 

Ο Πάρις Σκαρτσολιάς και η Εύη Τσάφου με άψογη χημεία, καθηλώνουν και αποζημιώνουν και τον πιο δύσκολο θεατή που τους παρακολουθεί σε απόσταση αναπνοής και σε παρασέρνουν σε αυτόν τον βυθό της ασφάλτου.

Αλλά ας τα πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. «Η Σαμάνθα και ο Μαξ στο βυθό της ασφάλτου» γράφεται το 1996 από τον Άκη Δήμου και 10 χρόνια αργότερα ανεβαίνει στο Θέατρο Τέχνης Κάρολου Κουν, σε σκηνοθεσία Θόδωρου Γράμψα ο οποίος επιλέγει τον Θοδωρή Αντωνιάδη για τον ρόλο του Μαξ και την Γιάννα Κανελλοπούλου για τον ρόλο της Σαμάνθας.

14 χρόνια μετά ο Θοδωρής Αντωνιάδης, από την μεριά του σκηνοθέτη αυτή τη φορά αποφάσισε στην πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα να μοιραστεί τα συναισθήματα και τις σκέψεις του μεταφέροντας τους ήρωες του έργου που τους γνωρίζει από παλιά στο σήμερα με μια προσέγγιση πιο κινηματογραφική.

Με μια πιο άγρια διάθεση μα και τρυφερή ματιά, ένα γνώρισμα που έχουμε δει να τον διακατέχει και σε κινηματογραφικές και θεατρικές ερμηνείες του, ο Θοδωρής Αντωνιάδης φαίνεται να αφουγκράζεται τις καταστάσεις που βιώνουν πολλοί νέοι που σε μια δύσκολη κοινωνία κάποιοι δεν μεγαλώνουν σε υγιές περιβάλλον και δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν τα όνειρα τους.

Αυτούς αντιπροσωπεύουν η Σαμάνθα και ο Μαξ που τους βλέπουμε με μια βαλίτσα και ένα σακίδιο στο χέρι, κάπου στα απομεινάρια ενός ξεχασμένου Λούνα Παρκ, δίπλα σε μια πολύβουη, ίσως λεωφόρο. Έχουν πάρει τους δρόμους προσπαθώντας να ξεφύγουν από τα αδιέξοδα που μέχρι τώρα ζούσαν, κουβαλώντας τραυματικά βιώματα και ανεκπλήρωτες επιθυμίες.

Η Σαμάνθα και ο Μαξ ξεκινούν ένα γαϊτανάκι με παιχνίδι ρόλων και θύμισες παλιές, πότε με σκοτεινές στιγμές και πότε με διάθεση ελπίδας σε αυτήν την φυγή που έχουν τραπεί.

 

 

[…] ΣΑΜΑΝΘΑ: – Έλα Μαξ σήκω, σήκω να πάμε…
ΜΑΞ: – Που να πάμε; Έχεις που να πάμε;
ΣΑΜΑΝΘΑ: – Αλλού!

Αυτό το αλλού δεν προσδιορίζεται. Μπορεί να είναι οπουδήποτε, μακριά όμως από τα αδιέξοδα που έζησαν, που θα τους κάνουν να ξεχάσουν τα τραύματα που καθένας του κουβαλάει. Αρκεί να είναι μαζί κάπου αλλού, σε κάποιο δικό τους μέρος που θα ζήσουν όπως τους υπαγορεύουν τα όνειρα της νιότης τους.

 

 

Ο Πάρις Σκαρτσολιάς και η Εύη Τσάφου φάνταζαν ιδανικοί στους ρόλους των ανήσυχων αυτών νέων. Ερμηνευτική δεινότητα στις εξάρσεις και τις εναλλαγές συναισθημάτων, αλλά και με εξαιρετική χημεία σε παρέσερναν στον βυθό της ασφάλτου που έσκουζαν τα αυτοκίνητα που περνούσαν με ταχύτητα.

Στην Εύη Τσάφου διέκρινες ένα δυναμισμό και μια αυτοπεποίθηση, αλλά και αγριότητα από τα βιώματά της, να μας δείχνει ότι δεν το βάζουμε κάτω, είμαστε μαζί και θα νικήσουμε.

Ο Πάρις Σκαρτσολιάς αναπάντεχα καλός σε σαγήνευε με τις εκφράσεις του προσώπου του που ζωγραφιζόταν οι πληγές του παρελθόντος.

 

 

Τα ιδιαίτερα σκηνικά της Ανδρομάχης Αρβανίτη με τις μεταλλικές κατασκευές του παλιού Λούνα Παρκ και τα σκουπίδια στην άκρη πεταμένα, γέμιζαν την μικρή σκηνή και φωτίζονταν περίτεχνα από τον Γιώργο Παπανδρικόπουλο. Τα κοστούμια των παιδιών από την Μαρία Μαγγίρα νεανικά και ταιριαστά, ελκυστικά… τόσο όμορφα που ήθελα να κλέψω το μπλουζάκι του Σκαρτσολιά.

Μαζί με την πρωτότυπη σκοτεινή μουσική του Μάριου Τσικνή, έδιναν έντονα την άγρια και λίγο Γκόθαμ ατμόσφαιρα που διάλεξε ο Θοδωρής Αντωνιάδης, να βάλει τους ήρωες του, που με τις εκρηκτικές τους ερμηνείες σε καθήλωναν σε μια χωρίς ανάσα διαδρομή προς αυτό το Αλλού!

Έξοχη λοιπόν και πετυχημένη και η πρώτη του σκηνοθετική απόπειρα και μετά τα εξαιρετικά δείγματα από τις ερμηνείες του στο θέατρο και στον κινηματογράφο ο Θοδωρής Αντωνιάδης κατατάσσεται στην κατηγορία αυτή του πολύπλευρου καλλιτέχνη που σε κερδίζει με ότι καταπιάνεται… Και όσο έγραφα αυτά άκουγα το «Βραδεμβούργιο» συμπληρώνοντας έτσι το παζλ…

 

1